Για να απαντήσουμε σε ένα ερώτημα σαν και το «Ήταν ο Γέιτς φασίστας;» πρέπει να κινηθούμε σε 3 επίπεδα:
1. στη ζωή του ποιητή,
2. στον έργο του,
Είναι τα 3 ερωτήματα που
κάθε άνθρωπος κάνει σε κάποια φάση της ύστερης ζωής του στον εαυτό του, κι ανεξάρτητα
από το αν είναι ποιητής ή παπουτσής: πώς έζησα, τί έκανα για να ζήσω, πώς με
κατάλαβαν οι άλλοι;
Να γίνει κάτι τέτοιο σε επιστημονικό φιλολογικό επίπεδο είναι αδύνατο, και λόγω ποσότητας και λόγω ποιότητας - χρειάζεται ομάδα αρκετών ατόμων, και πάλι δεν
ξέρω αν μπορεί να βγεί άκρη με δεδομένο ότι από ένα σημείο και ύστερα, όση
επιστήμη κι αν βάλεις, αρχίζει η ερμηνευτική, οι θεωρίες της πρόσληψης, κι η
σημασιολογία (που, ενίοτε, δεν απέχει και πολύ από την συνωμοσιολογία) κι εν
τέλει, όπου λαλούν πολλά κοκόρια, θα
λαλήσουν και πολλές ερμηνείες, σημασίες και προσλήψεις.
Και ήδη έχουν υπάρξει αρκετά κοκόρια και θα δανειστώ χοντρά απ΄το λάλημά τους.
Ξεκινώντας, ας ρίξουμε πρώτα μια ψυχρή ματιά στον Θάνατο πριν κοιτάξουμε τη Ζωή – στο ενδιαμεσο θα ρίχνουμε και καμιά, πότε ψυχρή πότε θερμή, ματιά στο Έργο. Σιγά σιγά και με το μαλακό, σα μια σειρά του ΗΒΟ.
Τον Γέιτς όταν πέθανε (28/01/1939), τον κλάψανε με διθύραμβους:
«Με το θάνατο του Γ. ΜΠ. Γέιτς στα 73 του χρόνια, ο αγγλόφωνος κόσμος έχασε τον μεγαλύτερό του ποιητή, έναν ποιητή εφάμιλλο των πιο μεγάλων ποιητικών μορφών του παρελθόντος, έναν ποιητή που αξίζει την αναγνώριση και τις τιμές όσο κι ο Ντον κι ο Μπλέικ. Όπως κι αυτοί, έτσι κι ο Γέιτς ήταν μεγάλος ποιητής γιατί ήταν μεγάλος άνθρωπος»,
έγραφε 3 μήνες μετά τον θάνατο του ποιητή ο A.J.M Smith, νεκρολογώντας τον στο University of Toronto Quartely, σ΄ μια νεκρολογία με τίτλο “A Poet Young and Old” (April 1939).
«Με το θάνατο του Γ. ΜΠ. Γέιτς στα 73 του χρόνια, ο αγγλόφωνος κόσμος έχασε τον μεγαλύτερό του ποιητή, έναν ποιητή εφάμιλλο των πιο μεγάλων ποιητικών μορφών του παρελθόντος, έναν ποιητή που αξίζει την αναγνώριση και τις τιμές όσο κι ο Ντον κι ο Μπλέικ. Όπως κι αυτοί, έτσι κι ο Γέιτς ήταν μεγάλος ποιητής γιατί ήταν μεγάλος άνθρωπος»,
έγραφε 3 μήνες μετά τον θάνατο του ποιητή ο A.J.M Smith, νεκρολογώντας τον στο University of Toronto Quartely, σ΄ μια νεκρολογία με τίτλο “A Poet Young and Old” (April 1939).
(Ο τίτλος της νεκρολογίας παραπέμπει
στο εκπληκτικό ομώνυμο ποιήμα του Γέιτς, ένα ποιήμα που έχει παιδέψει αφάνταστα
τον Crying Wolf, το έχει
μεταφράσει αρκετές φορές, τις έκανε όλες ντιλίτ και θα προσπαθήσει να τις ξεχάσει.
Και μετά να το ξαναπιάσει. Ας ελπίσουμε να τα καταφέρει. Προς το παρόν, όποιοι
θέλουν μπορούν να το διαβάσουν εδώ στο πρωτότυπο)
Δεύτερη παρένθεση: Δεν τον ήξερα αυτόν τον Σμιθ κι είπα να μάθω τί καπνό φουμάρει. Διάνα: κι ο Σμιθ ποιητής ήταν, Καναδός (08/11/1902-21/11/1980)).
Ο Σμιθ παρουσιάζει τον ποιητή ως μια «υποκειμενική δύναμη», ασυμβίβαστο, δραστήριο, ευφυή, ως μια έμπρακτη απόρριψη της λαϊκής πρόσληψης των ποιητών ως ανθρώπων μελαγχολικών, αναποτελεσματικών, ταραγμένων, απομονωμένων και κλεισμένων σε έναν δικό τους κόσμο, γλυκούληδων και τα παρόμοια. Μιλάει για έναν άνθρωπο που από την αρχή της καριέρας του αναμείχτηκε ενεργά και με πάθος στα πολιτικά πράγματα της πατρίδας του και με το ίδιος πάθος αγωνίστηκε και για/με τα εξίσου ταραγμένα πνευματικά ζητήματά της.
Αλλά, πάνω απ’ όλα, μας λέει ο Σμιθ, ο Γέιτς ζούσε μέσα στην ποίησή του (και, όντας εντός της, ήταν σχεδόν εξολοκλήρου ο εαυτός του) και μέσω αυτής έδειξε πώς το ύφος και κάθε άλλο ανώτερο χαρακτηριστικό της λογοτεχνίας πρέπει να διαμορφώνονται από τον χαρακτήρα σε ζωντανή επαφή με τη ζωή.
Αλλά, πάνω απ’ όλα, μας λέει ο Σμιθ, ο Γέιτς ζούσε μέσα στην ποίησή του (και, όντας εντός της, ήταν σχεδόν εξολοκλήρου ο εαυτός του) και μέσω αυτής έδειξε πώς το ύφος και κάθε άλλο ανώτερο χαρακτηριστικό της λογοτεχνίας πρέπει να διαμορφώνονται από τον χαρακτήρα σε ζωντανή επαφή με τη ζωή.
Τρίτη παρένθεση: Όπως γνωρίζουμε από την καθημερινή εμπειρία, όπως κάθε νεκρολόγος, έτσι κι ο Σμιθ υπερβάλλει. Αλλά η υπερβολή είναι κατανοητή αφού είναι και ομότεχνός του Γέιτς και σε περιπτώσεις τέτοιων (αναγνωρισμένων) μεγεθών κλαίνε, πολλές φορές, κι ολόκληροι λαοί - όπως γνωρίζουμε από τις ντόπιες περιπτώσεις Παλαμά (1943), Σεφέρη (1971), Ελύτη (1996) (για τον Καβάφη (1933) είναι πιο γνωστή «Η Κηδεία του Σαρπηδόνος» από την πραγματική του κηδεία, ο σύντροφος Ρίτσος (1990) προτίμησε μια πιο «ποιητική» (και ίσως «εστέτ») κηδεία στη Μονεμβασιά ενώ ο εθνικιστής, βασιλόφρονας κι αντικαπιταλιστής Καρυωτάκης κηδεύτηκε, μάλλον πολύ σιωπηλά, στην Πρέβεζα. Έχει σκανδαλιστικό ενδιαφέρον μια εξελικτική/μεταφυσική προσέγγιση του γεγονότος ότι μόνο 2/6 (Καβάφης και Ρίτσος), επέλεξαν ή τους έτυχε, να κοιμηθούν στο γενέθλιο χώμα. Όπως και ένα γενικότερο πρότζεκτ πάνω στις κηδείες των ποιητών.
Όπως και ΄νάχει, έχουμε ήδη άλλους 3 ποιητές παρέα με τον Γέιτς. Ο άγνωστος (μου) Σμιθ, ο Τζόν Ντον που τον ξέρουμε πιο πολύ από τον Χέμινγουει και την απορία «Για ποιον χτυπά η καμπάνα» και τον Μπλέικ που τον ξερουμε από τους Doors, αφού το συγκρότημα μπορεί να εμπνεύστηκε το όνομα του από «Τις Πύλες της Ενόρασης/Αντίληψης/Πρόσληψης (!!!)» του γκουρού της μεσκαλίνης και του διαιθυλαμίιδίου του λυσεργικού οξέος Άλντους Χάξλεϋ, αλλά ο τελευταίος το πήρε από τους Γάμους του Ουρανού και της Κόλασης. Κανονικό ποιητικό κουαρτέτο.
Αλλά ακούσουμε τους 2 μεγάλους ποιητές, τα λόγια τους τα βρίσκω σχετικά με το θέμα μας:
1.Τζον Ντον, Απόσπασμα από τον Στοχασμό 17 από τις Προσευχές για Επείγουσες Καταστάσεις (μτφρ. Crying Wolf):
«Κανείς άνθρωπος δεν είναι από μόνος του ένα νησί. Κάθε άνθρωπος είναι ένα κομμάτι της ηπείρου, ένα μέρος του όλου. Αν ένας σβόλος άμμου ξεπλυθεί απ’ το κύμα, η Ευρώπη γίνεται μικρότερη. Είτε αυτό ήταν ένα ακρωτήρι, είτε το κτήμα ενός φίλου, είτε το κτήμα το δικό σου: ο θάνατος του κάθε ανθρώπου με λιγοστεύει, αφού ανήκω στην ανθρωπότητα. Έτσι, ποτέ μη στείλεις να ρωτήσουν για ποιον χτυπά η καμπάνα - χτυπάει για σένα»
2. Γουίλιαμ Μπλέικ, Οι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης (σε μτφρ. Χ Βλαβιανού κατά 94% και σε μτφρ. Crying Wolf κατά 6% - αλλάζει την «αντίληψη» με την «πρόσληψη» για να είναι συμβατός με την ιστορία μας):
«Αν οι πύλες της πρόσληψής μας αποκαθαίρονταν, το καθετί θα φανερωνόταν στον άνθρωπο όπως είναι, Άπειρο»
«Αν οι πύλες της πρόσληψής μας αποκαθαίρονταν, το καθετί θα φανερωνόταν στον άνθρωπο όπως είναι, Άπειρο»
Στο επόμενο επεισόδιο: τα παιδικά χρόνια...
Reality check: τις μέρες που πέθανε ο Γέιτς, τα στρατεύματα του Στρατηγού Φράνκο, ενισχυμένα σε πολεμικό υλικό και στρατιώτες από τις φασιστικές κυβερνήσεις της Γερμανίας και Ιταλίας, κατανικούσαν τους δημοκρατικούς και καταλάμβαναν την Καταλωνία. Όταν δημοσίευσε τη νεκρολογία του ο Σμιθ, οι φασίστες είχαν θριαμβεύσει. Στη Γερμανία η «κάθαρση των τεχνών» είχε ολοκληρωθεί (και η «κάθαρση των επιστημών»: ο αθεόφοβος αυτός λαός είχε φτιάξει ως και «Γερμανική Φυσική»), ενώ στην Ιταλία, όπως θ’ αποθαύμαζε ο δημιουργός ενός από τους εφηβικούς μου ήρωες, Γ Θεοτοκάς (Δ Φραντζής/ Γ Κοτανίδης – απ’ την τηλεόραση τον έμαθα), είχε ήδη δημιουργηθεί «μια πολύ διαφορετική αντίληψη για τη ζωτικότητα και τις δυνατότητες των μεσημβρινών λαών». Σε κάτι παραπάνω από 6άμηνο από την τελευτή του Γέιτς και τρίμηνο από την νεκρολογία του Σμιθ, οι υπουργοί εξωτερικών Γερμανίας και ΕΣΣΔ υπέγραφαν ένα σύμφωνο που έμεινε στην ιστορία με τ‘ονομά τους ενώ έπρεπε να μείνει σαν αυτό που ήταν: ένα πρόσκαιρο σύμφωνο μη επίθεσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου