https://www.youtube.com/watch?v=hh-P0PPolCI

Τετάρτη 16 Αυγούστου 2017

Λογοτεχνικός Δαρβινισμός (43): Το Λογοτεχνικό Ζώο (2): Από τον Λακάν στον Δαρβίνο (5β): Η Ηθολογία κι ο Λακάν


Dylan Evans. Από τον Λακάν στον Δαρβίνο (μτφρ. Crying Wolf)

Η ιδέα της ριζικής διάκρισης μεταξύ ανθρώπων και ζώων, η ορδοδοξία που με τόση ένταση είχε αμφισβητήσει στην παρουσίαση του σταδίου του καθρέφτη το 1936, άρχισε τώρα να φωλιάζει μέσα στο ίδιο του το έργο.



Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, αρχίζει να επηρεάζεται ολοένα και περισσότερο από τον Γάλλο ανθρωπολόγο Κλοντ Λεβί Στρός, ο οποίος υποστήριζε ότι η «φύση» και η «κουλτούρα» διαχωρίζονται από ένα τεράστιο οντολογικό χάσμα. Κι η επιρροή αυτή τον ωθεί να επεκτείνει την πολιτισμική ανάγνωση του Φρόυντ. Κάθε βιολογικός όρος του τελευταίου επανερμηνεύεται ως μεταφορά κάποιου πολιτισμικού φαινομένου. Ισχυρίζεται ότι παρατηρήσεις του Φρόυντ πάνω στον φαλλό, δεν έχουν τίποτε να κάνουν με κάτι τόσο μπανάλ όσο ένα απλό βιολογικό όργανο. Αντίθετα, αναφέρονται σε ένα πολιτισμικό σύμβολο. Η εσφαλμένη θεωρία του Φρόυντ για τον «κολπικό οργασμό», μπορούσε να διασωθεί αν υποστήριζε κάποιος ότι δεν αφορούσε στη βιολογία αλλά σε μια ψυχολογική ικανοποίηση (στμ: Για μια κατατοπιστική σύνοψη του debate κολπικός vs. κλειτοριδικός οργασμός βλ εδώ).


Ωστόσο, η στρατηγική αυτή ήταν καταδικασμένη. Ήταν μια προσπάθεια διάσωσης του έργου του Φρόυντ από τη σύγχρονη βιολογία αλλά με κόστος την απομάκρυνση από κάθε εμπειρικό δεδομένο. Ο βιολογικός Φρόυντ μπορεί να ήταν λάθος αλλά, τουλάχιστον, διατύπωνε σαφείς και ελέγξιμους ισχυρισμούς. Απ΄την άλλη μεριά, ο πολιτισμικός-γλωσσικός (ή γλωσσολογικός)  Φρόυντ που ανακάλυψε ο Λακάν ήταν απολύτως μη ελέγξιμος. Δεν ήταν αδιαπέραστος μόνο από τα αντικρουόμενα δεδομένα της βιολογίας. Ήταν αδιαπέραστος από οποιοδήποτε δεδομένο. Ο Λακάν έσωσε τον Φρόυντ από μια μοιραία αναμέτρηση με τη σύγχρονη βιολογία, απομακρύνοντάς τον τελείως από τον κόσμο της επιστήμης.


Φυσικά ο Λακάν δεν έβλεπε έτσι τα πράγματα. Την εποχή που άρχισε να επανερμηνεύει τον Φρόυντ ως κριτικός του πολιτισμού, η κατάσταση με την πολιτισμική κριτική δεν είχε πάρει τον ξεκάθαρα αντιεπιστημονικό δρόμο που έχει πάρει σήμερα. Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, το έργο του Λεβί Στρός και άλλων ανθρωπολόγων υποσχόταν μια πραγματικά αυτόνομη επιστήμη του πολιτισμού. Οι ανθρωπολόγοι αυτοί είδαν στην αναπτυξιακή θεωρία της δομικής γλωσσολογίας μια μη βιολογική, αλλά εξίσου επιστημονική, βάση με την οποία μπορούσε να μελετηθεί ο πολιτισμός. Και σε συμφωνία με την έμφασή τους στη διάκριση μεταξύ «φύσης» και «κουλτούρας», μεταξύ ανθρώπων και ζώων, διαίρεσαν την επιστημονική έρευνα σε δυο διακριτούς κόσμους. Οι φυσικές επιστήμες, της βιολογίας συμπεριλαμβανομένης, βασίζονταν στη φυσική ενώ οι κοινωνικές επιστήμες θεμελιώνονταν πάνω στη γλωσσολογία κι από αυτήν αντλούσαν τις μεθόδους τους. Τα δυο αυτά είδη επιστήμης θεωρούνταν εξίσου επιστημονικά, αλλά αυτόνομα και ανεξάρτητα. Η άποψη αυτή πάνω στις κοινωνικές επιστήμες ονομάστηκε «Τυπικό Μοντέλο των Κοινωνικών Επιστημών» γιατί ήταν κυρίαρχη στην ανθρωπολογία, την κοινωνιολογία και την ψυχολογία κατά το μεγαλύτερο μέρος του 20ου αιώνα (Tooby, J. and Cosmides, L. 1992. The psychological foundations of culture).


Ωστόσο, στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα, το μοντέλο αυτό άρχισε να καταρρέει και να αντικαθίσταται από μια πιο συνθετική άποψη πάνω στην επιστήμη. Η ιδέα της επιστήμης ως δυαδικής και διακριτής δραστηριότητας αμφισβητήθηκε καθώς οι ερευνητές άρχισαν να κατανοούν με τί είχε να κάνει – ήταν το τελευταίο καταφύγιο για την αβέβαιη δημιουργιστική έννοια του ριζικού διαχωρισμού μεταξύ ανθρώπων και ζώων. Ωθούμενοι από το όραμα μιας ενοποιημένης επιστήμης με μια κοινή, απλή και συνεκτική μεθοδολογία, οι σύγχρονοι ερευνητές ήταν ιδιαίτερα επιφυλακτικοί σε κάθε προσπάθεια απομόνωσης της ψυχολογίας από τη βιολογία. Οι εξελικτικοί ψυχολόγοι, βασισμένοι στα πορίσματα της εθνολογίας, προσπάθησαν (στμ: και προσπαθούν) να διατυπώσουν μια ενοποιημένη θεωρία της συμπεριφοράς που να είναι συμβατή με τη βιολογική θεωρία. Το έργο τους επηρεάζει ολοένα και περισσότερο, τόσο την ανθρωπολογία και τη γλωσσολογία όσο και την γνωσιακή επιστήμη και τα οικονομικά. Το «Τυπικό Μοντέλο των Κοινωνικών Επιστημών» αντικαθίσταται από ένα νέο «Ολοκληρωμένο Αιτιακό Μοντέλο».


Ιδωμένο από την πλεονεκτική θέση της σύγχρονης «αλλαγής παραδείγματος», η πνευματική ανάπτυξη του Λακάν παίρνει τις διαστάσεις ενός τραγικού πάθους. Οι πρώιμες παρατηρήσεις του πάνω στην ηθολογία φαίνονται δραματικά προφητικές. Αν τις είχε αναπτύξει περαιτέρω, θα ήταν μάλλον ένας από τους πρώτους που θα αμφισβητούσε την ηγεμονία του Φρόυντ και θα ξεκινούσε το κίνημα για μια ψυχολογία που θα ήταν περισσότερο προσανατολισμένη προς τη βιολογία. Αντίθετα, προτίμησε να ξοδέψει την ενέργειά του σε κάτι που θα αποδεικνυόταν ιστορικό αδιέξοδο – το καταδικασμένο ερευνητικό πρόγραμμα του Τυπικού Μοντέλου των Κοινωνικών Επιστημών.


Το πνευματικό ταξίδι του Λακάν έχει μια περίεργη αναλογία με αυτό του Φρόυντ. Ο Φρόυντ ξεκίνησε ως βιολόγος. Οι πρώτες του δημοσίευσεις ήταν πάνω στην ανατομία και τη φυσιολογία. Στη συνέχεια ενδιαφέρθηκε για τη νευρολογία και για κάποιο διάστημα προσπάθησε να θεμελιώσει την ψυχολογία πάνω σε βιολογικούς όρους. Αλλά το «Ερευνητικο Σχέδιο για μια Επιστημονική Ψυχολογία» (1895) δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Οι ιδιόρρυθμες εικασίες για τις νευρωνικές συνδέσεις του εγκεφάλου δεν ήταν δυνατόν να επιβεβαιωθούν, αφού στα τέλη του 19ου αιώνα δεν υπήρχε τρόπος να δούμε τον εγκέφαλο εν ώρα λειτουργίας. Η μεταθανάτια ανάλυση ήταν ο μόνος τρόπος διερεύνυσης της δομής του εγκεφάλου. Και βασιζόταν σε πολύ αδύναμα μικροσκόπια. Χωρίς εργαλεία όπως η Λειτουργική Απεικόνιση Μαγνητικού Συντονισμού, με την οποία είναι δυνατή η απεικόνιση περιοχών του εγκεφάλου που ενεργοποιούνται σε κάποιο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα ή το ηλεκτρονικό μικροσκόπιο που μπορεί να δείξει την ευαίσθητη δομή της συναπτικής σχισμής


Μετά το «Ερευνητικό Σχέδιο για για μια Επιστημονική Ψυχολογία», ο Φρόυντ απομακρύνθηκε τελείως από τη βιολογία προς μια γνωσιακή και τελικά προς μια πολιτισμική προσέγγιση. Αν είχε γεννηθεί έναν αιώνα αργότερα, τα πράγματα μπορεί να ήταν πολύ διαφορετικά. Είναι πολύ πιθανό ότι θα γοητευόταν από τις πρόσφατες εξελίξεις στη νευροεπιστήμη. Κι αν είχε στη διάθεσή του έναν μαγνητικό τομογράφο, μπορεί να μην είχε ανακαλύψει ποτέ την ψυχανάλυση.

(συνεχίζεται με τον Λακάν και τη Γνωσιακή Επιστήμη)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου