https://www.youtube.com/watch?v=hh-P0PPolCI

Δευτέρα 14 Αυγούστου 2017

Λογοτεχνικός Δαρβινισμός (41): Το Λογοτεχνικό Ζώο (2): Από τον Λακάν στον Δαρβίνο (4): Αλήθεια και Εμπειρικά Δεδομένα

Dylan Evans. Από τον Λακάν στον Δαρβίνο (μτφρ. Crying Wolf) 

Έφυγα από το Μπάφαλο απογοητευμένος, έχοντας αποφασίσει να συνεχίσω αλλoύ το διδακτορικό μου. Επέστρεψα στην Βρετανία το 1997 και γράφτηκα στο τμήμα Φιλοσοφίας του London School of Economics. Η ατμόσφαιρα που επικρατούσε εκεί ήταν τελείως διαφορετική. Το τμήμα Φιλοσοφίας είχε ιδρυθεί από τον Κάρλ Πόππερ, έναν από τους γίγαντες της αναλυτικής φιλοσοφίας, και η επιρροή του ήταν παντού ορατή. Τα χαρακτηριστικά της γραφής που προωθούσαν στο τμήμα αυτό ήταν η σαφήνεια και η λακωνικότητα κι όχι οι κενές ρητορικές περικοκλάδες και οι μπαρόκ αφηρημάδες. Και, πάνω απ’ όλα, οι άνθρωποι απαιτούσαν αποδεικτικά στοιχεία. Ανεξάρτητα από το πόσο προφανείς (ή περίεργες) ήταν οι απόψεις σου, δεν δέχονταν τίποτε αν δεν μπορούσες να το υποστηρίξεις.



Τότε ήταν που άρχισα να συνειδητοποιώ, με αυξανόμενο τρόμο και ντροπή, πως δεν είχα ποτέ μου αναρωτηθεί ποια ήταν τα αποδεικτικά στοιχεία της ψυχανάλυσης. Είχα βολευτεί με την άνεση και την στυλιστική ευχέρεια δυο μεγάλων τεχνιτών του λόγου – του Φρόυντ και του Λακάν – χωρίς να κάτσω να αναρωτηθώ πάνω στο σημαντικότερο ερώτημα: σε ποιά στοιχεία βάσιζαν τους ισχυρισμούς τους;

Σχετικά με τον Φρόυντ υπήρξε μια σχετική συζήτηση όπως φαινόταν από μια ευρεία γκάμα έργων σχετικών με αυτό ακριβώς το ερώτημα. Διάφοροι φιλόσοφοι της επιστήμης είχαν εξετάσει επί δεκαετίες την αποδεικτική ισχύ των ισχυρισμών του Φρόυντ σε σχέση με τα στατιστικά δεδομένα γενικά και την αξία των ιστοριών του ειδικότερα. Οι ψυχαναλυτές δεν ήταν το ίδιο πρόθυμοι να υποβάλλουν το έργο του ιδρυτή του πεδίου τους σε μια τόσο εξαντλητική έρευνα, αλλά υπήρξαν ορισμένοι που κάνανε τη σχετική προσπάθεια. Τα συμπεράσματά τους μπορεί να ήταν εσφαλμένα αλλά τουλάχιστον αναγνώριζαν το ερώτημα.

Με τον Λακάν, τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά. Το ερώτημα των αποδεικτικών στοιχείων ούτε που απασχολούσε του ακόλουθούς του. Οτιδήποτε είχε γράψει ο μεγάλος δάσκαλος θεωρείτο απόλυτα σωστό, κάτι σαν θεϊκή εντολή. Οτιδήποτε είχε πεί θεωρείτο σωστό μόνο και μόνο επειδή το είχε πει αυτός. Οι συζητήσεις στα λακανικά σεμινάρια ήταν εξολοκλήρου επεξηγηματικές – πάνω στο τί ενοούσε ο δάσκαλος με την μια ή την άλλη φράση. Κανείς δεν έκανε το επόμενο λογικό βήμα και να ρωτήσει – έχει δίκιο; Αυτό, απλά το θεωρούσαν δεδομένο.

Γιατί ο Λακάν ήταν απρόσβλητος από την κριτική; Είχε κάποιο υποτιθέμενο αλάθητο σαν αυτό του Πάπα; Κι από που προέκυπτε αυτό το αλάθητο; Ήταν απλά μια προβολή των οπαδών του, που έβαζαν τον Λακάν στη θέση του «υποκειμένου που υποτίθεται ότι γνωρίζει», του όρου που ο ίδιος ο Λακάν χρησιμοποιούσε για τη θέση του αναλυτή όταν ήταν πρόσωπο με πρόσωπο με τον ασθενή; Σε ποιά περίπτωση μια επιτυχημένη «θεραπεία» σήμαινε την ανακάλυψη του ότι ο Λακάν ήταν ένας απατεώνας, ένας αγύρτης που δεν είχε πρόσβαση στην αλήθεια περισσότερο από κάποιον άλλον;

Χρειάστηκε λίγο κουράγιο εκ μέρους μου για να θέσω τέτοια ερωτήματα στους λακανιστές φίλους μου. Οι αποκρίσεις τους ήταν συνήθως ειρωνικές: «τί είναι αλήθεια;» με ρωτούσαν με υπεροπτικό χαμόγελο. Άρχισα να συνειδητοποιώ ότι, παρά τα λεγόμενά του Λακάν πάνω στην αλήθεια, αυτή δεν τον ενδιέφερε καθόλου. Όπως και τους ακόλουθούς του. Βάσιζαν τις απόψεις τους στις επιθυμίες τους και όχι σε χειροπιαστά δεδομένα. Σοκαρισμένος από αυτήν την παράξενη στάση, από αυτόν τον αδιάντροπο εναγκαλισμό με την ψευδαίσθηση για την ψευδαίσθηση, άρχισα να ψάχνω να βρω ένα καλύτερο τρόπο για να κατανοήσω τον νου.

Η εξελικτική ψυχολογία, όπως αποκαλείται, δεν ήταν σε καμιά περίπτωση γενικά αποδεκτή στο LSE αλλά η επίδρασή της ήταν ξεκάθαρα ορατή, ειδικά σε μια σειρά δημοσίων μαθημάτων που ήταν γνωστά ως «Δαρβινικά Σεμινάρια». Τα μηνιαία αυτά σεμινάρια, όπου ακαδημαϊκοί, συγγραφείς και δημοσιογράφοι συνωστίζονταν στο αμφιθέατρο του τμήματος για να ακούσουν διεθνώς αναγνωρισμένους επιστήμονες όπως ο Ντάνιελ Ντένετ  κι ο Στίβεν Πίνκερ να μιλούν για την Δαρβινική θεωρία, ήταν οι πιο συγκλονιστικές πνευματικές εμπειρίες της ζωής μου. Την ευθύνη της οργάνωσής τους είχε αναλάβει μια αξιοθαύμαστη γυναίκα που την έλεγαν Έλενα Κρόνιν και οι εφημερίδες την συνέδεαν με τις παριζιάνες κυρίες, στα σαλόνια των οποίων σύχναζαν οι μεγάλοι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού.

Τα Δαρβινικά Σεμινάρια μού έδωσαν αυτό που έψαχνα – έναν νέο τρόπο θέασης του ανθρώπινου νου, κάτι τελείως διαφορετικό από το λακανικό τέλμα στο οποίο είχα βαλτώσει τα πέντε προηγούμενα χρόνια. Και άλλαξε την διανοητική μου κατάσταση απο μία στην οποία είχα μια θεωρία που ήξερα ότι ήταν εσφαλμένη αλλά δεν είχα με τί να την αντικασταστήσω, σε μία όπου είχα να επιλέξω μεταξύ δυο ανταγωνιστικών θεωριών. Έτσι, κάθισα και συνέκρινα τις δυο θεωρίες και προσπάθησα να δω ποιά ήταν πιο συμβατή με τα εμπειρικά δεδομένα.

Και στο σημείο αυτό είναι που θέλω να γυρίσω την έως τώρα αυτοβιογραφική αφήγηση σε διανοητική συζήτηση. Δεν είναι ότι το πνευματικό μου ταξίδι έγινε πιο εύκολο ή λιγότερο ενδιαφέρον. Το αντίθετο. Βίωσα δύσκολες στιγμές καθώς προσπαθούσα να αποβάλλω το λακανικό μου δέρμα, πολλές αγωνιώδεις ώρες κατά τις οποίες αναρωτιόμουν αν οι αμφιβολίες μου για την ψυχανάλυση οφείλονταν σε κάποια καταπιεσμένη επιθυμία ή αν ήταν μια μορφή «αρνητικής αντίδρασης» στην διαδικασία της ανάλυσης. Αλλά στο τέλος, ήταν τα πειστικά επιχειρήματα και τα εμπειρικά δεδομένα και όχι κάποιες καταπιεσμένες επιθυμίες, που με έπεισαν να απορρίψω τον Λακάν και να γίνω ένας εξελικτικός ψυχολόγος. Επομένως, πρέπει να στρέψω την προσοχή μου σ’ αυτά και να τα παρουσιάσω.

Αν κι είναι αλήθεια, όπως ήδη έχω αναφέρει, ότι πολλοί λακανιστές βλέπουν την εξελικτική ψυχολογία ως μια κοσμοθεώρηση διαμετρικά αντίθετη προς τη δική τους, υπάρχουν μερικοί ενδιαφέροντες σύνδεσμοι. Ο Λακάν ήταν ένας από τους πρώτους ψυχαναλυτές που αναφέρθηκε σε έννοιες της ηθολογίας και της γνωσιακής επιστήμης, τις δυο επιστήμες που αποτέλεσαν τη βάση για την εξελικτική ψυχολογία. Ήταν ιδιαίτερα κριτικός απέναντί τους και τελικά τις απέρριψε προτιμώντας την επιστροφή σε μια πιο παραδοσιακή φροϋδική θέαση, αν και υπήρξαν και στιγμές που τις έβλεπε με σχετική συμπάθεια. Οι αιτίες για την τελική επιλογή που έκανε ο Λακάν μας πηγαίνουν κατευθείαν στην καρδιά της συζήτησης που συνεχίζεται ως σήμερα – μπορούν οι καινούργιες βιολογικές και υπολογιστικές θεωρίες του νου να δημιουργήσουν το κατάλληλο εννοιολογικό πλαίσιο ώστε να διαπραγματευτούν με επάρκεια τα συναισθήματα και την υποκειμενικότητα ή τα ζητήματα αυτά απαιτούν την ψυχαναλυτική κατανόηση;

(συνεχίζεται με τον Λακάν και την Ηθολογία)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου