Όταν η ΟΔΝΠ έκανε το 6ο της Διάλειμμα για Αναζήτηση Βοήθειας από τη Σιγκαπούρη μέσω ενός Καλειδοσκοπίου, ψιλο-παρουσίασε τον τόμο «The Problem of Modern Greek Identity. From the Ecumene to the Nation-State» στον οποίο γίνεται μια πρώτη προσπάθεια απάντησης δυο ερωτημάτων:
1. Τι σημαίνει να είσαι Έλληνας σήμερα;
2. Τι είναι η Σύγχρονη Ελλάδα, πέρα από τις γενικές πληροφορίες και στερεότυπα;
Ένας από τους συγγραφείς του τόμου είναι ο ποιητής Κώστας Κουτσουρέλης (ΚΚ), ένας από τους ριγμένους των επιμελητριών των «Μέτρων Λιτότητας». Παρόλ’ αυτά, ο αγγλο-αμερικανός αναγνώστης, αν και δεν έχει την τύχη να διαβάσει τα ποιητικά μέτρα λιτότητας που θα πρότεινε ο ποιητής, έχει τη δυνατότητα να διαβάσει κάτι που είναι ίσως πιο ενδιαφέρον: το πρώτο άρθρο του τόμου με τίτλο «Images of Modern Hellenism: Historical Dilemmas and Orientations» («Απεικονίσεις του Σύγχρονου Ελληνισμού: Ιστορικά Διλήμματα και Προσανατολισμοί»), όπου ο ΚΚ εξετάζει την έννοια/αρχή (concept) της Tαυτότητας και αντιπροτείνει την ιδέα (notion) της Εικόνας που πιστεύει ότι περιγράφει/απεικονίζει καλύτερα τις προϋποθέσεις μιας Σύγχρονης Ελληνικής Αντανάκλασης Εαυτού (ή αυτο-αντανάκλασης ή αυταντανάκλασης!!).
Ο ΚΚ ξεκινάει το άρθρο του με αναφορά στον φιλόσοφο (ή αντι-φιλόσοφο) Π. Κονδύλη (ΠΚ) και συγκεκριμένα την «αποσπασματική» εργασία του «Ταυτότητα, ισχύς, πολιτισμός». Υιοθετεί το δυαδικό ερμηνευτικό σχήμα του ΠΚ για τον εαυτό:
[Απόσπασμα 29: 2 βασικές σχολές για την υφή του εαυτού:
α) υπάρχουν τόσοι εαυτοί στον καθένα όσα κοινωνικά πρόσωπα ή ομάδες.
β) Ο εαυτός είναι ενιαίος, μια ιδιαίτερη αυτοτελής εξελικτική διεργασία.
Ανάλογα εκτιμάται ο ρόλος του κοινωνικού ελέγχου, του αυτοελέγχου, του εκκοινωνισμού κ.λπ. Η προσπάθεια να αποδείξει κανείς τη μια από τις δύο αυτές αντιλήψεις ισοδυναμεί με τετραγωνισμό του κύκλου. Τα πολλά πρόσωπα τα υποδύεται κανείς ακριβώς επειδή ζητά ένα πράγμα: την αναγνώριση. Για να είναι ένας, πρέπει να είναι πολλοί. Συχνά το ίδιο πρόσωπο ξέρει ότι υποδύεται πολλά. Το αντίτιμο για να είναι επιτυχής προς τα έξω είναι να εξασθενίζει προς τα μέσα – μπορεί όμως να κάνει και το αντίθετο.]
Τον 2ο εαυτό τον ορίζει ως ενικό (ενικότητα εαυτού, ας πούμε) και στην 1η περίπτωση μιλάει για πληθυντικότητα ή πολλαπλότητα εαυτών και παραθέτει ολόκληρο το Απόσπασμα 34 του ΠΚ:
«Κατά πόσο το εγώ του δεκάχρονου ανθρώπου είναι το ίδιο με του πενηντάχρονου; Μήπως αλλάζει ολοκληρωτικά, όπως το πλοίο, που κάθε τόσο αντικαθίσταται ένα μέρος του και στο τέλος δεν κρατά παρά το όνομα - οπότε είναι το ίδιο μόνο και μόνο γιατί κάποιοι το θεωρούν ίδιο; Αν η κοινωνία δεν θεωρούσε ένα άτομο ως ταυτόσημο με τον εαυτό του μέσα στην διαδοχή του χρόνου, κατά πόσο θα είχε το ίδιο συναίσθηση της ταυτότητας αυτής; Ήτοι: αν ο πενηντάχρονος δει τον δεκάχρονο εαυτό του σε ποιόν βαθμό θα επαναγνωρίσει ένα συνεχές εγώ; Και ακόμη περισσότερο: αν μπορούσα να δω τον τωρινό μου εαυτό να φέρεται και κινείται, θα τον αναγνώριζα, σε περίπτωση που δεν τον είχα δει στον καθρέφτη; Γιατί μερικές φορές φαίνεται το παρελθόν σαν όνειρο, δηλαδή ποιος είναι ο βαθμός αλήθειας στην ανάπλαση περασμένων βιωμάτων; Μήπως η έλλειψη πάγιου εγώ δεν επιτρέπει παρά σκόρπιες διασταυρούμενες παραστάσεις από το παρελθόν; Κατά πόσο το παρελθόν ως οργανωμένη ιστορία βίου είναι αναγκαία μυθοπλασία, που την χρειαζόμαστε στο παρόν;»
Στη συνέχεια απορρίπτει ως στατικό και περιοριστικό τον όρο «ταυτότητα» (concept) και υιοθετεί τον όρο «εικόνα» (notion) ως πιο ουσιαστικό και αντιπροσωπευτικό. Το μέρος αυτό του άρθρου που έχει να κάνει με τις «Εικόνες του Ελληνισμού» στην ελληνική γραμματεία των τελευταίων αιώνων, το έχει δημοσιεύσει ως αυτόνομο άρθρο στην «Καθημερινή»
Χοντρικά, στην πλούσια πινακοθήκη με «προσωπογραφίες» του ελληνισμού ταυτοποιεί τις εξής:
- Εικόνες αποκλειστικές, δηλαδή επιλεκτικές, όπου συγκεκριμένες πτυχές ή/και περίοδοι της ελληνικής ιστορίας προκρίνονται εις βάρος άλλων και «τονίζουν τις ασυνέχειες, τις τομές που διακόπτουν την ιστορική αναδρομή» (Παράδειγμα ο Κοραής, ο οποίος στο πορτρέτο του ελληνισμού που ζωγραφίζει «παρακάμπτει τους μέσους χρόνους και ανατρέχει απευθείας στην κλασσική αρχαιότητα».)
- Εικόνες περιεκτικές που «ζητούν να συνθέσουν τα πάντα σε μια ενότητα λίγο πολύ οργανική» και «φωτίζουν τις ομοιότητες, κοιτούν πώς να δείξουν ότι το νήμα διατηρήθηκε συνεχές» (Παράδειγμα ο Ζαμπέλιος, ο οποίος στο πορτρέτο του ελληνισμού που ζωγραφίζει «αρνείται την αττική μονομέρεια και αποκαθιστά το Βυζάντιο ως αναπόσπαστο κρίκο μιας μακράς αλυσίδας»
- Εικόνες επικριτικές ή/και επιθετικά απορριπτικές (Παραδείγματα: ΠΚ και Χ Γιαναράς)
- Εικόνες εγκωμιαστικές και υμνητικές (Παραδείγματα: Σικελιανός και Ελύτης)
- Εικόνες κλειστές που «εξοβελίζουν ό,τι ξενότροπο, δυτικό ή και απλώς ασύμβατο προς τη βυζαντινή γραμμή» (Παράδειγμα ο Κόντογλου)
- Εικόνες ανοιχτές που ενσωματώνουν ό,τι ξενότροπο κτλ και προσπαθούν να το κάνουν «κάνει ένα ακόμη σκαλί της ανόδου» (Παράδειγμα ο Εγγονόπουλος)
Ο ΚΚ διαπιστώνει ότι παρά τις (θεμελιώδεις ενίοτε) διαφορές τους, όλα τα παραπάνω πορτρέτα κοιτούν προς τον ίδιο στόχο-ερώτημα: Ποιος είναι ο ασφαλέστερος δρόμος που πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα για τον αυτοπροσδιορισμό της θέσης της στον σύγχρονο κόσμο; Να αγκαλιάσει σφιχτά την ιστορία και παράδοσή της ή να απελευθερωθεί απ΄αυτές και, με κάθε κόστος, να προσπαθήσει να συμβαδίσει με την Δυτική Νεωτερικότητα; Το δίλημμα, δηλ., Δύση vs. Ανατολή.
Ο ΚΚ δεν μένει στους καταγωγικούς ορίζοντες του διλήμματος αλλά εξετάζει την εκδήλωσή του στο σύγχρονο ελληνικό κράτος (1830 – σήμερα): ελληνοχριστιανικός πολιτισμός, σχέσεις κράτους – εκκλησίας, σύνθεση παράδοσης και νεωτερικότητας σε ιστορικο-αισθητικό επίπεδο, οι διαφωτισμένες εκδυτικισμένες κοινωνικές τάξεις κι ο παλιός κοινωνικός κόσμος, το δυτικό και το αντιδυτικό πολιτικό κόμμα, και τους ευτράπελους, ενίοτε, συμβιβασμούς.
Υπογραμμίζοντας την πολυμορφία και αυτοκαταστροφικότητα αυτής της κατάστασης, φαίνεται να αποδίδει τη μακροβιότητά της στη γνωστή «καχεξία του αστικού στοιχείου στη νεοελληνική κοινωνία και ιδεολογία» και στον νάρκισσο λαό, απηχώντας πάλι τις απόψεις του ΠΚ (όπως αναλυτικά διατυπώνονται στην εισαγωγή του «Η παρακμή του αστικού πολιτισμού» με τον ομώνυμο τίτλο).
Και, έτσι, λέει ο ΚΚ στους αγγλοσάξονες αναγνώστες, ότι και να σηκώσεις στην Ελλάδα, από κάτω θα βρεις την παλιά, γνωστή και σε όλους αρεστή βυζαντινο-οθωμανική συναλλαγή. Δύσκολα βρίσκει κανείς αντεπιχειρήματα.
Στη συνέχεια λέει την ιστορία του ερωτήματος που όλοι κληθήκαμε στις παρέες μας κάποτε να απαντήσουμε: μπορεί η χώρα να τα βγάλει πέρα μόνη της και χωρίς τους ευρωπαίους εταίρους ή όχι; Μού φαίνεται ότι ο ΚΚ, δεχόμενος την επιτυχία της ελληνικής πολιτικής τάξης στις εκτιμήσεις των γεωπολιτικών/διεθνών ιστορικών καταστάσεων (ως ρεαλιστής, συγκρίνει την ιστορική και άλλη τύχη της χώρας με αυτήν των γειτόνων της και όχι μ΄αυτήν της Βόρειας Σουηδίας), συμφωνεί και με τις τωρινές επιλογές της και διαλέγει Ε.Ε.
Το άρθρο κλείνει με μια ωραία αναφορά στον ρομαντικό επεκτατισμό του ελληνισμού και στις ιστορικές του εκδηλώσεις, με επιτεύγματα που ήταν αδιανόητα για τον αντικειμενικό παρατηρητή της εκάστοτε κατάστασης (αγώνας της ανεξαρτησίας, βαλκανικοί πόλεμοι, πρώτη ήττα του Αξονα) αλλά και ανεπούλωτα τραύματα (1897, Μικρασιατική Καταστροφή, Κύπρος), με μια αναφορά στον Εθνάρχη (ή Εφιάλτη για άλλους) Καραμανλή, όπου ο Εθνάρχης ή Εφιάλτης γράφει σε έναν φίλο του το 1944:
«Ο Ελληνισμός έζησε πάντα μέσα στο πρόσκαιρο και το υπερβολικό. Μπορεί να κάμει θαύματα για μια στιγμή, μα δεν μπορεί να κάμει καμμιά προσπάθεια διαρκείας· αλλά η πολιτική είναι κατ’ εξοχήν προσπάθεια διαρκείας. Ο λαός μας που είναι νοήμων λαός και συνεπώς ικανός να βρεί το ορθό, είναι ανίκανος να πραγματοποιήσει από ψυχική αδυναμία»
[υπενθύμιση: 45 χρόνια μετά (10/01/1989), ο Εθνάρχης ή Εφιάλτης δήλωνε: «Τα πρωτοφανή γεγονότα που σημειώνονται τον τελευταίο καιρό δημιουργούν την εντύπωση ότι η Ελλάς μετεβλήθη σε απέραντο φρενοκομείο»].
και με το βασικό, κατά ΚΚ, ερώτημα: θα συνεχίζουμε να βλέπουμε τα μούτρα μας σ’ αυτά τα πορτρέτα ή θα ζωγραφίσουμε καινούργια; Ή: η αυτοκατανόηση και η αυτογνωσία θα συνεχίσουν να μην μιλιούνται ή θα τηλεφωνηθούν να τα πουν; Και ίσως να βρεθούν για έναν καφέ ή/και ποτό.
Ο ΚΚ μόλις εξέδωσε την καινούργια του ποιητική συλλογή «Νύχτα», έχοντας ήδη μεταφράσει τους «΄Υμνους στη Νύχτα» του Νοβάλις, και μιας και θα τον διαβάσουμε, είπαμε να κάνουμε μια επανάληψη. Έχοντας στο μυαλό το δίπολο: Ego nocturnus vs. Ego diurnus