- Tον Μάιο του 1931δημοσιεύεται η «Στροφή» του Γιώργου Σεφέρη (ΓΣ) και μισό χρόνο αργότερα η εργασία του κριτικού Αντρέα Καραντώνη (ΑΚ) με τίτλο «Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης» (Δεκέμβριος 1931). Στο ενδιάμεσο διάστημα (Ιούλιος 1931), ο Κωστής Παλαμάς (ΚΠ) στέλνει ιδιαίτερη επιστολή στον ΓΣ, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Νέα Εστία τον Σεπτέμβρη του ίδιου έτους.
- Ο νέος Ποιητής είναι 31 ετών, ο νέος Κριτικός 22 και ο ΚΠ 72.
- Πίσω απ΄αυτήν την Τριανδρία, ένας Μαγκουροφόρος Μαέστρος, ο κατά κόσμο Γιώργος Κατσίμπαλης που ο Χένρι Μίλερ τον έκανε γνωστό στον κόσμο όλο ως τον «Κολοσσό του Μαρουσιού» (το βιβλίο το μετάφρασε στα ελληνικά ο νέος Κριτικός)
- Ο νέος Ποιητής είναι γιος του Στέλιου Σεφεριάδη, σεβάσμιου νομικού και λόγιου, με τον οποίο ο ΚΠ είναι φίλος. Και παρά τη δύσκολη σχέση πατέρα και γιού, το αίμα νερό δεν γίνεται.
Πριν από την επιστολή του τότε Πάπα της ελληνικής ποίησης στον ΓΣ (16/07/1931), είχαν προηγηθεί:
- Αρίστος Καμπάνης, περιοδικό «Εργασία», 30/05/1931, δηλ λίγες μέρες μετά από την κυκλοφορία της συλλογής.
- Γιώργος Θεοτοκάς, εφημερίδα «Πρωία», 16/06/1931
- Ναπολέων Λαπαθιώτης, περιοδικό «Πειθαρχία», 21/06/1931
- Κλέων Παράσχος, περιοδικό «Νέα Εστία», 01/07/1931
- Β Φωτιάδης, εφημερίδα «Ελευθέρον Βήμα», 04/07/1931
- Γ. Κοτζιούλας, περιοδικό «Οικογένεια», 12/07/1931
Ενώ πριν από τη δημοσίευση της επιστολής στη Νέα Εστία, εμφανίστηκε και ο Άλκης Θρύλος με δημοσίευμα του στην εφημερίδα «Αθηναϊκά Νέα» (07/09/1931).
Μετά την επιστολή του Πάπα ΚΠ (16/09/1931), δημοσίευσε και ο Βάσος Βαρίκας την άποψη του στο περιοδικό «Πολιτικά Φύλλα» (10/1931), ενώ τον Δεκέμβρη έσκασε μύτη το βιβλίο του νέου Κριτικού ΑΚ που ήδη αναφέρθηκε.
Μετά την επιστολή του Πάπα ΚΠ (16/09/1931), δημοσίευσε και ο Βάσος Βαρίκας την άποψη του στο περιοδικό «Πολιτικά Φύλλα» (10/1931), ενώ τον Δεκέμβρη έσκασε μύτη το βιβλίο του νέου Κριτικού ΑΚ που ήδη αναφέρθηκε.
1.Ο Αρίστος Καμπάνης, κάργα εθνικιστής διανοούμενος, κριτικός, δημοσιογράφος, βιογράφος, ιστορικός, εκδότης, μεταφραστής, σχολιαστής, λογοτέχνης, «ιστορικός των ιδεών», όπως χαρακτήριζε ο ίδιος τον εαυτό του, γεννήθηκε το 1883 στην Αθήνα, το 1955 κλείστηκε στο «Δρομοκαΐτειο» - συνεχίζοντας την παράδοση του Γεώργιου Βιζυηνού, του Μιχαήλ Μητσάκη, του Ρώμου Φιλύρα και του Γιώργου Μυλωνογιάννη - και πέθανε εκεί το 1956 ή το 1957 ή αρχές του 1958, πάμπτωχος και ξεχασμένος.
Υπήρξε διευθυντής στην εφημερίδα «Πρωτεύουσα», όργανο του Λαϊκού Κόμματος του Δημητρίου Γούναρη, του οποίου έχει γράψει και τη βιογραφία. Με τα δημοσιεύματά του ζητούσε, περιστολή των πολιτικών ελευθεριών, επιβολή λογοκρισίας και στρατιωτικού νόμου, επέκταση των αρμοδιοτήτων της μυστικής αστυνομίας, αλλά και τη στρατιωτικοποίηση των πολιτικών συλλόγων του κόμματος, και έγραφε χαρακτηριστικά, «...Δια να σταματήση η αντιδραστική προπαγάνδα πρέπει να ιδρυθούν Τάγματα Ελλήνων Φασιστών», όπως και «..ο Έλλην πολίτης ο οποίος αγρυπνεί διά την ασφάλειάν του με την ράβδον του και εν ανάγκη με το όπλον του. Ο πολίτης αυτός είναι ο φασιστής..»
Αλλά ας διαβάσουμε το πως διαβάζει την «Στροφή», η ηγετική αυτή πνευματική μορφή του ελληνικού φασισμού:
"O άγνωστός μου ποιητής Γ. Σεφέρης δε μοιάζει με κανένα από τους εδώ…συναδέλφους του. Εν πρώτοις μυκτηρίζει την περιγραφική ερωτολογική ποίηση και το ….δημοτικό τραγούδι σε μια πετυχημένη παρωδία: «Τα μονοκοτυλήδονα/και τα δικοτυλήδονα/ανθίζανε στον κάμπο/σου το χαν πει στον κλήδονα/και σμίξαμε φιλήδονα/τα χείλη μας, Μαλάμω!» Αποζητάει τον καθαρό λυρισμό, τη μουσική πρωτολάλητη ποίηση.
Είναι συχνά αινιγματικός, ασυνάρτητος. Ποιος λέει ότι η ποίηση είναι λογική; Έχει όμως τη λογική της, μιαν ιδιότυπη δυσπροσδιόριστη λογική. Τα τρία πρώτα ποιήματα της συλλογής τα παραμερίζω. Μα σταματώ στο τέταρτο: «Στο περιγιάλι το κρυφό... κτλ….Με τι καρδιά, με τι πνοή,/τι πόθους και τι πάθος/πήραμε τη ζωή μας [άνω τελεία] λάθος!/κι αλλάξαμε ζωή»
[σ.τ.ΟΔΝΠ: στο πασίγνωστο αυτό τραγούδι με τίτλο «Στο περιγιάλι..» και λιγότερο γνωστό ποίημα με τον τίτλο «Άρνηση», ο φασίστας διανοούμενος φαίνεται να συγκλονίζεται από την άνω τελεία πριν το λάθος. Η πράξη έδειξε το ανεφάρμοστο της άνω τελείας. Ο Μίκης εξηγεί γιατί: Ήθελα τα «Επιφάνια» -ακριβώς γιατί ο στίχος ήταν τόσο διανοουμενίστικος- να τα περάσω σε όσο το δυνατόν πιο πλατύ κοινό με λαϊκό μουσικό ένδυμα. Άλλωστε αυτή ήταν η πρώτη φορά που ελεύθερος στίχος φιλοδοξούσε να γίνει απλό λαϊκό τραγούδι. Να συντροφεύει δηλαδή τον κοσμάκη παντού. Στο γιαπί, στην ταβέρνα, στην εκδρομή, στην παρέα. Όταν ηχογραφούσαμε, λέω στον Μπιθικώτση «πρόσεξε την άνω τελεία. Εκεί που λες πήραμε τη ζωή μας, βάλε παύση πριν πεις λάθος». Στα αυτιά μου είχα την προτροπή – παράκληση του ποιητή: «Την άνω τελεία! Την άνω τελεία! Αλλιώτικα μου αντιστρέφεις το νόημα». Τελικά όμως αυτό αποδείχθηκε ανεφάρμοστο στην πράξη, με αποτέλεσμα να ακουστεί η λέξη «λάθος» κολλητά στο «πήραμε τη ζωή μας», δίνοντας αντίθετο νόημα στο ποίημα. Όμως πόσο κατανοητό ήταν για το λαό, που ποιος λίγο, ποιος πολύ, είχε πάρει τη ζωή του λάθος…
Ο Αρίστος συνεχίζει παραθέτοντας κάποιες στροφές από τον Ερωτικό Λόγο που του γουστάρισαν και κλείνει το σημείωμά του για τη «Στροφή»]:
"Αν δεν είναι ένας τρελός που απηχεί σε στίχους και πεζά τους σκοτεινούς Γάλλους συμβολιστάς ή τον Πόου, αν δεν είναι ένας …. πολύ ηλικιωμένος, θα είναι ίσως ο ποιητής της αύριον. Ύστερα από τόσα και τόσα χρόνια πρώτη φορά ακούω στίχους που να μην είναι βοτανοπτηνολογική περιγραφή, ρητορεία, κανονική συνάρτησις αισθηματικών και ιδεολογικών κοινοτοπιών. Υπάρχει όμως και πολλή αυταπάτη και πολύς πόθος του παραδόξου στη μικρή αυτή λυρική συλλογή με την οποία κλείνω το μακρύ τούτο σημείωμα για τη νεοελληνική ποίηση στα τελευταία τούτα χρόνια, ένα σημείωμα γεμάτο από δίκαιο σκεπτικισμό. "
Είναι συχνά αινιγματικός, ασυνάρτητος. Ποιος λέει ότι η ποίηση είναι λογική; Έχει όμως τη λογική της, μιαν ιδιότυπη δυσπροσδιόριστη λογική. Τα τρία πρώτα ποιήματα της συλλογής τα παραμερίζω. Μα σταματώ στο τέταρτο: «Στο περιγιάλι το κρυφό... κτλ….Με τι καρδιά, με τι πνοή,/τι πόθους και τι πάθος/πήραμε τη ζωή μας [άνω τελεία] λάθος!/κι αλλάξαμε ζωή»
[σ.τ.ΟΔΝΠ: στο πασίγνωστο αυτό τραγούδι με τίτλο «Στο περιγιάλι..» και λιγότερο γνωστό ποίημα με τον τίτλο «Άρνηση», ο φασίστας διανοούμενος φαίνεται να συγκλονίζεται από την άνω τελεία πριν το λάθος. Η πράξη έδειξε το ανεφάρμοστο της άνω τελείας. Ο Μίκης εξηγεί γιατί: Ήθελα τα «Επιφάνια» -ακριβώς γιατί ο στίχος ήταν τόσο διανοουμενίστικος- να τα περάσω σε όσο το δυνατόν πιο πλατύ κοινό με λαϊκό μουσικό ένδυμα. Άλλωστε αυτή ήταν η πρώτη φορά που ελεύθερος στίχος φιλοδοξούσε να γίνει απλό λαϊκό τραγούδι. Να συντροφεύει δηλαδή τον κοσμάκη παντού. Στο γιαπί, στην ταβέρνα, στην εκδρομή, στην παρέα. Όταν ηχογραφούσαμε, λέω στον Μπιθικώτση «πρόσεξε την άνω τελεία. Εκεί που λες πήραμε τη ζωή μας, βάλε παύση πριν πεις λάθος». Στα αυτιά μου είχα την προτροπή – παράκληση του ποιητή: «Την άνω τελεία! Την άνω τελεία! Αλλιώτικα μου αντιστρέφεις το νόημα». Τελικά όμως αυτό αποδείχθηκε ανεφάρμοστο στην πράξη, με αποτέλεσμα να ακουστεί η λέξη «λάθος» κολλητά στο «πήραμε τη ζωή μας», δίνοντας αντίθετο νόημα στο ποίημα. Όμως πόσο κατανοητό ήταν για το λαό, που ποιος λίγο, ποιος πολύ, είχε πάρει τη ζωή του λάθος…
Ο Αρίστος συνεχίζει παραθέτοντας κάποιες στροφές από τον Ερωτικό Λόγο που του γουστάρισαν και κλείνει το σημείωμά του για τη «Στροφή»]:
"Αν δεν είναι ένας τρελός που απηχεί σε στίχους και πεζά τους σκοτεινούς Γάλλους συμβολιστάς ή τον Πόου, αν δεν είναι ένας …. πολύ ηλικιωμένος, θα είναι ίσως ο ποιητής της αύριον. Ύστερα από τόσα και τόσα χρόνια πρώτη φορά ακούω στίχους που να μην είναι βοτανοπτηνολογική περιγραφή, ρητορεία, κανονική συνάρτησις αισθηματικών και ιδεολογικών κοινοτοπιών. Υπάρχει όμως και πολλή αυταπάτη και πολύς πόθος του παραδόξου στη μικρή αυτή λυρική συλλογή με την οποία κλείνω το μακρύ τούτο σημείωμα για τη νεοελληνική ποίηση στα τελευταία τούτα χρόνια, ένα σημείωμα γεμάτο από δίκαιο σκεπτικισμό. "
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου