https://www.youtube.com/watch?v=hh-P0PPolCI

Πέμπτη 23 Νοεμβρίου 2017

Γιατί η ποίηση έχει (ή δεν έχει) νόημα (9): Όταν ο κόσμος έδινε σημασία (1)


Για να καταλάβει κάποιος πόσο πολύ έχει αλλάξει ο Αμερικάνος ποιητής, αρκεί να συγκρίνει το σήμερα (στμ. 1990) με 50 χρόνια πριν. Με αξιοσημείωτη εξαίρεση τον Ρόμπερτ Φροστ, οι λίγοι ποιητές (π.χ., ο Μαρκ Βαν Ντόρεν και η Ιβόρ Γουίντερς) που εργάζονταν σε κολέγια δίδασκαν παραδοσιακά μαθήματα. Το μοναδικό πρόγραμμα δημιουργικής γραφής ήταν μια πειραματική προσπάθεια που άρχισε λίγα χρόνια πριν στο πανεπιστήμιο της Αϊόβα. Οι μοντερνιστές ποιητές έδιναν το παράδειγμα που έπρεπε να ακολουθήσουν οι ποιητές ώστε να μπορούν να βγάζουν το ψωμί τους. Ο Μπορούσαν να έχουν ένα τυπικό μεσο-αστικό επάγγελμα όπως ο Έλιοτ (τραπεζικός κι αργότερα εκδότης), ο Γουάλας Στίβενς  (δικηγόρος σε ασφαλιστική εταιρία) κι ο Γουίλιαμ Κάρλος Γουίλιαμς (παιδίατρος).




‘Η μπορούσαν να ζουν μποέμικα και να τη βγάζουν με διάφορους τρόπους όπως οι Έζρα Πάουντ, Ε.Ε. Κάμμινγκς  και Μάριαν Μουρ.  Κι αν πόλη τους απωθούσε, μπορούσαν να αποτραβηχτούν την επαρχία όπως ο Ρόμπινσον Τζέφερς ή να γίνουν και αγρότες όπως ο Φροστ στα νιάτα του. Πιο συχνά οι ποιητές εργάζονταν ως επιμελητές εκδόσεων ή κριτικοί, λαμβάνοντας έτσι μέρος στην καλλιτεχνική και πνευματική ζωή της εποχής τους. Ο Άρστιμπαλντ Μακλίς ήταν επιμελητής και συγγραφέας στο Fortune. Ο Tζέιμς Ατζί έγραφε κριτική κινηματογράφου για το Time και το The Nation και στο τέλος σενάρια για το Χόλιγουντ. Ο Ράνταλ Τζάρελ έγραφε κριτική βιβλίων.
Ο Ουέλντον Κις έγραφε για την τζαζ και τη σύγχρονη τέχνη. Ο Ντέλμορ Σουόρτζ έγραφε κριτική για τα πάντα. Ακόμη κι οι ποιητές που ακολούθησαν ακαδημαϊκή καριέρα, έγραφαν για μια μεγάλη γκάμα θεμάτων σε λογοτεχνικά περιοδικά. Περιστασιακά, μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει το εισόδημα του κάνοντας ένα μάθημα ή δίνοντας μια διάλεξη για την ποίηση ή διαβάζοντας ποιήματά του, αλλά αυτό γινόταν σπάνια. Ο Ρόμπινσον Τζέφερς, για παράδειγμα, ήταν 54 ετών όταν διάβασε για πρώτη φορά ποιήματα του μπροστά σε κοινό. Για τους περισσότερους ποιητές το μέσο διαβίωσης δεν ήταν η αίθουσα διδασκαλίας ή το βήμα του ομιλητή αλλά ο γραπτός λόγος.


Κι ο γραπτός αυτός λόγος ήταν κυρίως η πρόζα. Η ποίηση δεν έδινε και πολλά. Πέρα από λίγα μεγάλα περιοδικά που προτιμούσαν να δημοσιεύουν ελαφριά ποίηση και πολιτική σάτιρα, υπήρχαν και μερικά εξειδικευμένα περιοδικά που δημοσίευαν αρκετή ποίηση. Η εμφάνιση σοβαρών τριμηνιαίων επιθεωρήσεων όπως το Partisan Review ή Furioso ήταν γεγονός ιδιαίτερης σημασίας και ένα μικρό αλλά αφοσιωμένο κοινό τις αγόραζε και τις υποστήριζε με πάθος. Όσοι δεν μπορούσαν να τις αγοράσουν τις δανείζονταν ή τις διάβαζαν στις δημόσιες βιβλιοθήκες. Tα βιβλία ποίησης που εκδίδονταν κάθε χρονιά ήταν, αν εξαιρεθούν οι αυτοεκδόσεις, λιγότερα από εκατό. Αλλά όλα τους σχεδόν απασχολούσαν τον ημερήσιο τύπο, τα περιοδικά και τις επιθεωρήσεις. Ένα μηναίο περιοδικό σαν το Poetry μπορούσε να καλύψει όλο το παραγόμενο νέο ποιητικό έργο. Οι κριτικοί της εποχής, κρινόμενοι με τα σημερινά μέτρα, ήταν υπερβολικά αυστηροί. Έλεγαν ακριβώς αυτό που σκέφτονταν ακόμη και για τους σημαντικούς ή με μεγαλύτερη επιρροή σύγχρονούς τους ποιητές. Η περιγραφή, για παράδειγμα, ενός βιβλίου του φημισμένου ανθολόγου Όσκαρ Γουίλιαμς  από τον Ράνταλ Τζάρελ: «μού έδωσε την εντύπωση ότι γράφτηκε σε μια γραφομηχανή από μια γραφομηχανή». Αυτό σκέφτηκε, αυτό έγραψε. Άσχετο αν το σχόλιο αυτό τον άφησε έξω από τις επόμενες ανθολογήσεις του Γουίλιαμς. Ή, η εκτίμηση, πάλι του  Τζάρελ για το ποίημα του Άρστιμπαλντ Μακλίς «America Was Promises»: «θα μπορούσε να έχει γραφτεί από έναν γραμματέα της Χριστιανική Αδελφότητα Νέων στο σπίτι ενός πνευματικά καθυστερημένου». Ή, την κριτική μιας πρότασης  του Ουέλντον Κις για το ποίημα «Wake Island» της Μιούριελ Ρουκάισερ: «Ένα πράγμα δεν μπορείς να πεις για την Μιούριελ: ότι είναι τεμπέλα.»
 
Αλλά οι ίδιοι αυτοί κριτικοί μπορούσαν να γράψουν με θαυμασμό και γενναιοδωρία για ποιήματα και ποιητές που τους άρεσαν. Όπως ο  Τζάρελ για την Ελίζαμπεθ Μπίσοπ ή ο Κις για τον Γουάλας Στίβενς. Και τα εγκώμια τους μετρούσαν γιατί οι αναγνώστες ήξεραν ότι δεν πλέκονταν ελαφρά τη καρδία. Οι κριτικοί του παρελθόντος ήξεραν ότι η αξιοπιστία τους έπρεπε να βασίζεται στους αναγνώστες τους κι όχι σε φίλους ποιητές ή εκδότες. Κατά συνέπεια, έγραφαν τη γνώμη τους με επιμέλεια, συνέπεια και τιμιότητα, ακόμη κι όταν γνώριζαν ότι από αυτό θα χάσουν συμμάχους και δουλειές. Μιλούσαν για την καινούργια ποίηση απευθυνόμενοι σε ένα ευρύτερο μορφωμένο κοινό. Δεν υποτιμούσαν τον αναγνώστη τους και καλλιεργούσαν ένα κριτικό ιδίωμα που ήταν κατανοητό. Έδιναν προτεραιότητα στην σαφήνεια και απέφευγαν την ειδική ορολογία και την επίδειξη. Και προσπαθούσαν, όπως πρέπει να προσπαθούν οι σοβαροί διανοούμενοι αλλά οι ειδικοί σπάνια το κάνουν, να συσχετίζουν αυτό που συμβαίνει στην ποίηση με τις κοινωνικές, πολιτικές και καλλιτεχνικές τάσεις της σύγχρονης πραγματικότητας. Φόρτισαν τη σύγχρονη ποίηση με σημασία και την έκαναν επίκεντρο των πνευματικών τους αναζητήσεων.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου