https://www.youtube.com/watch?v=hh-P0PPolCI

Πέμπτη 29 Μαρτίου 2018

Γιατί η ποίηση έχει (ή δεν έχει) νόημα (43): Η Ποίηση του Προαιώνιου Εχθρού

Τις μέρες αυτές της έντασης κάναμε πολλές συγκρίσεις: τόσα αεροπλάνα αυτοί, τόσα εμείς, τόσα τανκς, τόσα καταδρομικά, τόσες υποδομές και τα παρόμοια. Έτσι, είπαμε να ρίξουμε και μια ματιά στην ποίηση του εχθρού.



Ποσοτικά, όπως ήταν αναμενόμενο κυριαρχούμε, κάτι που φαίνεται χωρίς πολύ κόπο: αρκεί μια σύγκριση των σίγουρα ελλειπέστατων καταλόγων που δίνει η Wikipedia (εδώ κι εδώ), που δίνει 52 Έλληνες/Eλληνίδες έναντι 42 Τούρκων/Τουρκάλων. Ανηγμένα στον πληθυσμό αυτά τα νούμερα δίνουν για την Ελλάδα περίπου δεκαπλάσιο αριθμό ποιητών/τριών per capita σε σχέση με τον εχθρό. Αυτό επιβεβαιώνεται περαιτέρω με μια σύγκριση των famous poets κάθε χώρας (εδώ κι εδώ): 42 Έλληνες famous poets έναντι μόλις 15 του εχθρού.

Προχωράμε. Και μιας και δεν γνωρίζουμε τους συγχρόνους Τούρκους ποιητές, βασιζόμαστε στις γνωστές αξίες. Ένα ωραίο ποίημα είναι το «Η χώρα αυτή είναι δική μας» του μεγάλου κομμουνιστή ποιητή Ναζίμ Χικμέτ. Ας το απολαύσουμε:

‘’Η χώρα αυτή π᾿ ορμά απ᾿ τὴν Ασία με καλπασμό
Και που προβάλλει
τ᾿ ώριο κεφάλι
σαν το πουλάρι
γεμάτο χάρη
προς της Μεσόγειος το νερό
η χώρ᾿ αυτὴ είναι δική μας
με ματωμένους τούς καρπούς
δόντια σφιγμένα
πόδια γυμνά.

Σα μεταξένιο τούτη η γη μας
είναι χαλί μας
τούτη η γή μας
η κόλασή μας
τούτ᾿ η παράδεισο
είναι δική μας.

Η θέλησή μας
τώρα τρανεύει
νά ῾ναι δική μας
παντοτινά
να ζούμε λεύτεροι σα δέντρα
σα τα δεντρά τού ίδιου δάσου
αδερφωμένα
αγκαλιαστά.’’

Τώρα η Ομάδα Διερεύνησης Νοήματος Ποίησης, αναρωτιέται: να γυρίσει στο «προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε» ή να συνεχίσει με τον άλλον Τούρκο, άλλου τύπου ρομαντικό, τον Ορχάν Βελή Κανίκ, που πνιγμένος στο αλκοόλ, στην ποίηση και στον έρωτα, έγραφε στο «Ποσοτικό» (μτφρ. Γ Μπλάνας):

‘’Με τρελαίνουν οι όμορφες γυναίκες
το ίδιο κι οι εργατικές.
Όμως οι όμορφες εργατικές γυναίκες
με ξετρελαίνουν στην κυριολεξία.’’

YΓ. Υπάρχει και η μελέτη του Γ Μαγκριώτη, "Ο επεκτατισμός στην τουρκική ποίηση", όπου αναλύει ποιήματα κορυφαίων Τούρκων ποιητών. Τα πιο ωραία είναι αυτά  που μέσα από ωραίες εικόνες αναδίδουν μια αίσθηση νοσταλγίας  για μια ξένη γη που βρέθηκε κάτω από τούρκικη κυριαρχία για κάποιο χρονικό διάστημα.



Σάββατο 24 Μαρτίου 2018

Γιατί η ποίηση έχει (ή δεν έχει) νόημα (42): Για την ιδιωτικοποίηση της ποίησης (6)

Marc Pietrzykowski (μτφρ. Crying Wolf)
(συνέχεια από το προηγούμενο)

Ωστόσο, η προτροπή του Τζόια στους ποιητές που συντάσσουν ανθολογίες ότι πρέπει να «είναι τίμιοι και ειλικρινείς και να περιλαμβάνουν μόνο τα ποιήματα που πραγματικά θαυμάζουν κι αγαπούν» είναι αντιφατική κατά έναν τρόπο που είναι κοινός στην επιχειρηματολογία περί ιδιωτικοποίησης: το ότι θέτει το ζήτημα της/του ηθικής/ού ευθύνης/καθήκοντος του ατόμου και όχι αυτό του ρυθμιστικού πλαισίου/μηχανισμού, αν και όλοι γνωρίζουμε ότι το ηθικό καθήκον κι η ηθική ευθύνη του ατόμου συχνά συγκρούονται με το συμφέρον του.



Ενώ δεν προτείνει την κατάργηση των μεταπτυχιακών προγραμμάτων ποίησης στο άρθρο «Γιατί η ποίηση έχει νόημα», μεγάλο μέρος της συνολικής του ατζέντας αποβλέπει στη μείωση της επίδρασής τους: στο δοκίμιο «Business and Poetry» (η Ομάδα Διερεύνησης Νοήματος Ποίησης θα προσπαθήσει να το μεταφράσει αλλά για μια ιδέα πάνω στις ιδέες του Τζόια για το «ποιητικό επιχειρείν», βλ εδώ) υποστηρίζει το μοντέλο ενός επιχειρηματία-ποιητή ο οποίος θα γράφει ποίηση μόνο από αγάπη για την ποίηση και για την αγάπη της ποίησης και όχι για να προωθήσει την καριέρα του όπως κάνουν οι ποιητές των μεταπτυχιακών προγραμμάτων. Αυτό ακούγεται σαν την άλλη ρητορική στρατηγική των οπαδών της ελεύθερης αγοράς που παρουσιάζει τους φιλόπονους CEOs ως αθώους διακινητές συναλλάγματος και ως παιδιά γεμάτα ενθουσιασμό να ακολουθήσουν τα κελεύσματα της αγοράς, σε αντίθεση με τους ύπουλους, καριερίστες διανοούμενους που κοιμίζουν το κοινό με μια ακατάληπτη γλώσσα.

«Συμπληρωματικά» προς τις προτάσεις του Τζόια έχω να προσθέσω και ορισμένες δικές μου, που βασίζονται στην ιδέα ότι οι ποιητές κι οι αναγνώστες της ποίησης έχουμε πρόσβαση σε ένα ρυθμιστικό μηχανισμό: την κριτική φωνή μας. Και αντί να αφήνουμε ανενόχλητο το καριερίστικο σύστημα που κυριαρχεί στον κόσμο της σύγχρονης ποίησης, μπορούμε να δείξουμε τη δυσφορία μας όπως και το ότι το «αόρατο χέρι» που καθοδηγεί τον ποιητικό λόγο είναι ροζιασμένο.

Κι αυτό μπορεί να δουλέψει μόνο αν εργαστούμε εντατικά ώστε να διατηρήσουμε τις ποιητικές και ιδεολογικές μας προτιμήσεις από τη σύντηξή τους μέσα σε έναν γενικότερο πολτό, δίνοντας έμφαση στην κριτική αυτο-αξιολόγηση, στην αριστεία και στην ανάγκη διεύρυνσης του κοινού της σύγχρονης ποίησης, ώστε να ενθαρρύνουμε την καινοτομία και τη δημιουργικότητα και να ενισχύσουμε την άποψη ότι η μακροπρόθεσμη υγεία του ποιητικού περιβάλλοντος είναι σημαντικότερη από τους βραχυπρόθεσμους στόχους των ατομικών συμφερόντων.

Πρώτον, δεν αρκεί να ζητάμε από τους ποιητές να αστυνομεύουν τον εαυτό τους. Το γεγονός ότι μια σχετικά μικρή ομάδα ποιητών (της όποιας ομάδας/σχολής ηγεμονεύει στο βαλκανοποιημένο ποιητικό μας τοπίο) κρίνει στους διαγωνισμούς, κάθεται στα γραφεία των πιο αξιόλογων περιοδικών (δημοσιεύοντας, πολλές φορές, και το έργο τους εκεί) και παίρνουν τις μεγαλύτερες επιδοτήσεις/υποτροφίες/βραβεία, υπαινίσσεται τον νεποτισμό που παίζει στον κόσμο της σύγχρονης ποίησης.

Φυσικά είναι απαραίτητο, και ολοένα και πιο δύσκολο, το να κάνεις και κάνα μεροκάματο και να προσπαθείς να βελτιώσεις το επίπεδο ζωής σού, αλλά η ίδια η ποίηση επιτάσσει ότι η πραγματική αξία ενός ποιητή δεν μπορεί να κρίνεται στη βάση του αριθμού των ποιητικών διαγωνισμών στους οποίους συμμετείχε ως κριτής, στοn αριθμό των περιοδικών που συμμετέχει ως σύμβουλος έκδοσης και στον αριθμό των βραβείων για τα οποία έχει υποβάλλει υποψηφιότητα περισσότερες από δυο φορές στη ζωή του. Αλλά δεν θα ενέκρινα τον σχηματισμό ενός ελεγκτικού σώματος που θα επόπτευε το μοίρασμα του ποιητικού μάννα, αφού έχουμε τις κριτικές φωνές μας για να εργαστούμε. Σίγουρα πρέπει να κάνουμε ξεκάθαρο στην αχόρταγη ποιητική μας ελίτ ότι αν οι ανάγκες της είναι τόσο μεγάλες ώστε να χρειάζονται τόσο το βραβείο MacArthur όσο και τις αμοιβές από τη συμμετοχή σε 20 διαγωνισμούς το χρόνο, παράλληλα με την ικανοποιητική αντιμισθία από τα περιοδικά, πρέπει να ξανασκεφτεί τις προτεραιότητές της ή, διαφορετικά, να αρχίζει να χρησιμοποιήσει τη διασημότητά της για να εξηγήσει στο κοινό γιατί πρέπει οι ίδιοι να πληρώνουν 40000 χιλιάδες δολάρια το χρόνο για την εκπαίδευση των παιδιών τους ενώ το σύστημα υγείας/ασφάλισης απειλεί να “εξαφανίσει’’ τις συντάξεις του κοινού.

(στμ.: ο Πιτρζεκόβσκι ακούγεται συγκινητικά «ρομαντικός» εδώ και ο όλος τόνος του λόγου του θυμίζει προ-κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ)

(συνεχίζεται)

Παρασκευή 23 Μαρτίου 2018

Γιατί η ποίηση έχει (ή δεν έχει) νόημα (41): Για την ιδιωτικοποίηση της ποίησης (5)

Marc Pietrzykowski (μτφρ. Crying Wolf)
(συνέχεια από το προηγούμενο)

Είναι σημαντικό να επαναλάβουμε ότι κανείς από τους τρέχοντες τύπους ποιητικής σύνθεσης δεν είναι καθεαυτού ασήμαντος. Είναι εργαλεία τα οποία ο κριτικός ποιητής πρέπει να γνωρίζει καλά, έτοιμος να επιστήσει την προσοχή στην αξία κάνοντας χρήση τόσο της έμμετρης σύνθεσης όσο και του έργου που παράγει η πολιτική ταυτοτήτων. Και αυτό είναι, μάλλον, το σημείο όπου η οικονομική μεταφορά κυριολεκτικά καταρρέει: δεν μπορεί κάποιος να αναγάγει τον κόσμο της σύγχρονης ποίησης σε ένα σύστημα ιδιοτελών συναλλαγών, γιατί οι μέθοδοι που έχουμε στη διάθεσή μας για τον προσδιορισμό της αξίαςενός ποιήματος εμφανίζουν μεγάλη πολυπλοκότητα και μεταβλητότητα που δεν επιτρέπουν μια τέτοια αναγωγή. Το όφελος από την επιβεβαίωση της αξίας του συστήματος του ενός ή του άλλου ποιητή ή/και αναγνώστη, μπορεί να είναι η επιβεβαίωση/διαιώνιση της προσωπικής του αισθητικής ατζέντας, αλλά με ποιο κόστος; Απλά, την περαιτέρω και μεγαλύτερη απομόνωση της σύγχρονης ποίησης από την ευρύτερη κουλτούρα.

Οι αναγνώστες που γνωρίζουν το άρθρο που έγραψε το 1991 ο Ντέηνα Τζόια («Γιατί η ποίηση έχει νόημα») αναγνωρίζουν ότι περιγράφουμε ένα παρόμοιο πρόβλημα – την απομόνωση της ποίησης από το ευρύτερο κοινό – αλλά οι εξηγήσεις μας για την αιτία του προβλήματος, όπως μάλλον και οι πιθανές θεραπείες, είναι πολύ διαφορετικές. Ο Τζόια πιστεύει, σωστά, ότι οι επιχορηγήσεις των ποιητών μέσω των μεταπτυχιακών προγραμμάτων έχουν απομονώσει ακόμη περισσότερο την ποίηση από την ευρύτερη κουλτούρα αλλά το παράπονό του ότι «ο χωρίς προηγούμενο κατακερματισμός της αμερικανικής υψηλής κουλτούρας κατά τά τελευταία 50 χρόνια έχει απομονώσει τις περισσότερες τέχνες, τόσο μεταξύ τους όσο και από το ευρύτερο κοινό», δεν προχωράει πέρα από το ακούγεται σαν ελπίδα ότι μια συλλογικότερη συμπεριφορά στα ζητήματα υψηλής τέχνης θα ανορθώσει την ποίηση. Ζούμε σε μια κουλτούρα περισπασμού και είναι προς όφελος του κατεστημένου το ότι όλες οι μορφές καλλιτεχνικού διαλόγου παραμένουν προσηλωμένες στην επιβεβαίωση των δικών τους προτύπων και αποφεύγουν να θίγουν κοινά προβλήματα της κουλτούρας μας όπως ο άκαμπτος ντετερμινισμός που διαπερνάει τις αξίες μας και κυριαρχεί στη γλώσσα μας.

Οι άλλες προτάσεις του Τζόια στο «Γιατί η ποίηση έχει νόημα») είναι αξιόπιστες: οι ποιητές πρέπει να ενθαρρύνονται να διαβάζουν τα έργα άλλων ποιητών που θαυμάζουν στις αναγνώσεις τους, πρέπει να γράφουν πιο κριτική και όχι νεποτιστική πρόζα για την ποίηση και να χρησιμοποιήσουν το ραδιόφωνο για να προωθήσουν την ποίηση. Το διαδίκτυο έχει βοηθήσει πολύ στο άνοιγμα της ποίησης προς ένα ευρύτερο κοινό αλλά το άνοιγμα αυτό θα μείνει σχετικά στενό αν οι ποιητές δεν αρχίζουν να γράφουν ποιήματα που ανοίγουν κουβέντα με τον κόσμο εκτός ποίησης.

(συνεχίζεται)