https://www.youtube.com/watch?v=hh-P0PPolCI

Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

Πώς θα τελειώσει ο καπιταλισμός; (2) Άλλο ένα μπάλωμα

του Wolfgang Streeck
(συνέχεια από το προηγούμενο)

Άλλο ένα μπάλωμα
Μπορούμε να δούμε σημάδια αντιστροφής της κατάστασης;

Τα νέα δεν είναι και τόσο καλά. Έξι χρόνια μετά το 2008 (σ.τ.μ: το άρθρο γράφτηκε το 2014), οι μνήμες από την άβυσσο είναι ακόμη φρέσκες και τόσο οι απαιτήσεις όσο και τα σχέδια για αποφυγή μιας επανάληψης αφθονούν. Αλλεπάλληλα διεθνή συνέδρια και συναντήσεις κορυφής ΄δε φαίνεται να προτείνουν κάτι ουσιαστικό και χειροπιαστό. Εν τω μεταξύ, η χρηματιστική βιομηχανία από την οποία προήλθε το κακό, φαίνεται ότι έχει αναλάβει πλήρως: κέρδη, μερίσματα και μπόνους έχουν επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα ενώ η αναρρύθμιση έχει βαλτώσει σε διεθνείς διαπραγματεύσεις και εγχώριες παρασκηνιακές κινήσεις. Οι κυβερνήσεις, με πρώτη και καλύτερη αυτή των ΗΠΑ, παραμένουν υπό τον έλεγχο της χρηματιστικής βιομηχανίας. Η οποία, συνεχίζει να εισπράττει γενναιόδωρα πακέτα φτηνού ρευστού από τους φίλους της στις κεντρικές τράπεζες – με κορυφαίο ανάμεσά τους τον Μάριο Ντράγκι της Goldman Sachs στο τιμόνι της ΕΚΤ – το οποίο είτε το κρατούν στα συρτάρια τους είτε το επενδύουν στο χρέος της γενικής κυβέρνησης. Η ανάπτυξη παραμένει αναιμική, το ίδιο και η αγορά εργασίας. Μια χωρίς προηγούμενο ρευστότητα έχει αποτύχει να επανεκκινήσει την οικονομία και η ανισότητα έχει πιάσει νέα, ασύλληπτα ύψη, με το 1% να λαμβάνει τη μερίδα του λέοντος.

Και δεν είναι πολλοί οι λόγοι για να είναι κανείς αισιόδοξος. Εδώ και λίγο καιρό, ο καπιταλισμός επιβιώνει με ενέσεις ρευστότητας, υπό το καθεστώς μιας νομισματικής πολιτικής της οποίας οι αρχιτέκτονες γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί για πάντα. Αλλά όταν οι προσπάθειες που έγιναν να σταματήσει αυτό το 2013, στην Ιαπωνία αλλά και στις ΗΠΑ, έφεραν ως αποτέλεσμα την πτώση των τιμών των μετοχών, η στρατηγική σταδιακής απόσυρσης από τους μηχανισμούς παροχής ρευστότητας (το αποκαλούμενο tapering) μπήκε στο ντουλάπι. Στα μέσα του Ιούνη του 2013, η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (ΤΔΔ) (Bank for International Settlements - BIS), η μητέρα όλων των κεντρικών τραπεζών που εδρεύει στη Βασιλεία, ανακοίνωσε ότι η «ποσοτική χαλάρωση» πρέπει να τελειώσει. Στην ετήσια έκθεση της επισήμανε ότι οι κεντρικές τράπεζες, αντιδρώντας στην κρίση και την αργή ανάκαμψη, είχαν επεκτείνει τους ισολογισμούς τους σε σημείο που να είναι, «αθροιστικά, τρεις φορές περίπου πάνω από τα προ κρίσης επίπεδα»[2] . Κι ενώ αυτό ήταν απαραίτητο για την αποτροπή της οικονομικής κατάρρευσης, τώρα ο στόχος είναι «η επιστροφή των αναμικών οικονομιών σε ισχυρή και διατηρήσιμη ανάπτυξη». Όμως αυτό ήταν πέρα από τις δυνατότητες των κεντρικών τραπεζών οι οποίες:

«δεν μπορούν να κάνουν τις δομικές οικονομικές και χρηματιστικές μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται για να επανέλθουν οι οικονομίες στα μονοπάτια πραγματικής ανάπτυξης που θέλουν και περιμένουν οι αρχές και οι λαοί. Αυτό που έχουν κάνει οι κεντρικές τράπεζες κατά τη διάρκεια της ανάκαμψής ήταν να δανείσουν χρόνο. […] Αλλά ο δανεισμένος χρόνος δεν χρησιμοποιήθηκε σωστά, καθώς τα χαμηλά επιτόκια και οι αντισυμβατικές πολιτικές έκαναν πιο εύκολο για τον ιδιωτικό τομέα να καθυστερήσει την απομόχλευση και για τις κυβερνήσεις να χρηματοδοτήσουν ελλείμματα και να καθυστερήσουν τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις στην πραγματική οικονομία και το χρηματιστικό σύστημα. Ως εκ τούτου, το φτηνό χρήμα έκανε πιο εύκολο το δανεισμό παρά την αποταμίευση, πιο εύκολες τις δαπάνες παρά τη φορολογία, πιο εύκολο το να παραμείνεις ίδιος από το να αλλάξεις»

Προφανώς αυτή την άποψη την υιοθετούσε και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ υπό τη διεύθυνση του Μπερνάνκι. Στα τέλη του καλοκαιριού του 2013 φάνηκε για ακόμη μια φορά ότι η εποχή του εύκολου χρήματος είχε τελειώσει. Αλλά το Σεπτέμβριο η αναμενόμενη επιστροφή σε υψηλότερα επιτόκια αναβλήθηκε πάλι. O λόγος, μας είπαν, ήταν ότι η οικονομία δεν ήταν τόσο ισχυρή όσο ήλπιζαν. Αμέσως, οι τιμές των μετοχών σε όλο τον κόσμο ανέβηκαν. O πραγματικός, ωστόσο, λόγος για τη δυσκολία επιστροφής σε πιο συμβατικές νομισματικές πολιτικές είναι κάτι που ένας διεθνής θεσμός όπως η ΤΔΔ είναι πιο ελεύθερος να πει συγκριτικά με τις εθνικές κεντρικές τράπεζες που υπόκεινται σε πολιτικό έλεγχο. Ότι, έτσι πως έχουν τα πράγματα, ο μόνος τρόπος για να συντηρήσεις τον καπιταλισμό μέσω της απεριόριστης παροχής χρήματος, είναι η προσπάθεια αναβίωσής του μέσα από νεοφιλελεύθερες οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Ή, όπως ξεκάθαρα συμπυκνώνεται στο δεύτερο υπότιτλο τα ετήσιας έκθεσης της ΤΔΔ για το 2012-13: «Επαύξηση της Ευελιξίας: Το Κλειδί για την Ανάπτυξη». Με άλλα λόγια: σκληρά μέτρα για τους πολλούς σε συνδυασμό με περισσότερα κίνητρα για τους λίγους.
(συνεχίζεται)


Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015

Πώς θα τελειώσει ο καπιταλισμός;

του Wolfgang Streeck

Υπάρχει μια γενικότερη αίσθηση ότι ο καπιταλισμός βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση, περισσότερο από κάθε άλλη φορά από το τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου. Η κατάρρευση του 2008 ήταν η τελευταία μιας μακράς σειράς πολιτικών και οικονομικών κρίσεων που ακολούθησαν το τέλος της οικονομικής ευεξίας στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Οι διαδοχικές κρίσεις γίνονται ολοένα και πιο εκτεταμένες και διαχέονται πολύ πιο γρήγορα και έντονα λόγω της αυξημένης διασύνδεσης της οικονομίας. Τον πληθωρισμό της δεκαετίας του 1970 ακολούθησε η αύξηση του δημοσίου χρέους κατά τη δεκαετία του 1980 και την δημοσιονομική εξυγίανση της δεκαετίας του 1990 η ραγδαία άνοδος του ιδιωτικού χρέους. Εδώ και 4 δεκαετίες, η ανισορροπία είναι η συνήθης κατάσταση του ανεπτυγμένου βιομηχανικού κόσμου, τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.

Στην πραγματικότητα, οι κρίσεις του μεταπολεμικού καπιταλισμού έχουν γίνει τόσο διαβρωτικές που προσλαμβάνονται πλέον ως κάτι περισσότερο από τυπικές, οικονομικής φύσεως, αστάθειες. Έχουν οδηγήσει σε αναβίωση μιας παλιότερης αντίληψης για την καπιταλιστική κοινωνία – την πρόσληψη του καπιταλισμού ως μιας κοινωνικής ιεραρχίας και ενός τρόπου ζωής που εξαρτάται ζωτικά από τη απρόσκοπτη συσσώρευση ιδιωτικού κεφαλαίου.

Τα συμπτώματα της κρίσης είναι πολλά αλλά τα σημαντικότερα εξ αυτών είναι οι τρεις μακροπρόθεσμες τάσεις που καταγράφονται στην πορεία των πλούσιων, βιομηχανοποιημένων – ή, ορθότερα, αποβιομηχανοποιημένων – καπιταλιστικών χωρών.

Η πρώτη τάση είναι η συνεχής μείωση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης, μείωση που έγινε πιο έντονη με τα γεγονότα του 2008:




Η δεύτερη, που σχετίζεται με την προηγούμενη, είναι μια εξίσου συνεχής αύξηση του συνολικού χρέους:



H τρίτη τάση είναι η συνεχιζόμενη εδώ και δεκαετίες αύξηση στην ανισότητα πλούτου και εισοδημάτων:



Η σταθερή ανάπτυξη, οι ικανοποιητικές απολαβές και ένα ελάχιστο κοινωνικής δικαιοσύνης, που έκαναν δυνατή τη διάχυση ενός μέρους των καπιταλιστικών κερδών προς τους μη κατέχοντες κεφάλαιο, θεωρούνταν για μεγάλο χρονικό διάστημα ως τα προαπαιτούμενα μέσω των οποίων η καπιταλιστική πολιτική οικονομία αντλούσε νομιμοποίηση.

Από την άποψη αυτή, το πιο ανησυχητικό γεγονός είναι ότι οι τρεις αυτές τάσεις μπορεί να ενταθούν. Όλο και περισσότερα στοιχεία υποδεικνύουν ότι η αυξανόμενη ανισότητα είναι μια από τις αιτίες της μειωμένης ανάπτυξης, καθώς εμποδίζει τις απαιτούμενες βελτιώσεις στην παραγωγικότητα και αδυνατίζει τη ζήτηση. Η χαμηλή ανάπτυξη, με τη σειρά της, ενισχύει την ανισότητα επιτείνοντας την ανισοκατανομή πλούτου, αυξάνοντας το κόστος παροχής προνομίων από τους πλούσιους στους φτωχούς και κάνοντας τους πλούσιους να ζητούν πιο αυστηρή εφαρμογή του «νόμου του Ματθαίου» που διέπει τη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς [1]:

«Γιατί σε καθέναν που έχει, θα του δοθεί και θα του περισσέψει. Αλλά σε όποιον δεν έχει, και αυτό που έχει θα αφαιρεθεί από αυτόν» (Κατά Ματθαίον, 25:29).
 
Περαιτέρω, η αύξηση του χρέους, ενώ αποτυγχάνει να σταματήσει τη μείωση της ανάπτυξης, αυξάνει την ανισότητα μέσω δομικών μεταβολών που σχετίζονται με την χρηματιστικοποίηση της οικονομίας.
Μπορεί αυτός ο φαύλος κύκλος να συνεχιστεί για πάντα; Υπάρχουν δυνάμεις που θα τον σπάσουν; Και τι θα γίνει αν αποτύχουν όπως και γίνεται επί τέσσερεις δεκαετίες; Οι ιστορικοί μας λένε ότι οι κρίσεις δεν είναι κάτι καινούργιο για τον καπιταλισμό και ότι ίσως είναι αναγκαίες για την υγεία του μακροπρόθεσμα. Αλλά αυτό για το οποίο μιλάνε οι ιστορικοί είναι κυκλικές μεταβολές και τυχαία σοκ, μετά από τα οποία οι καπιταλιστικές οικονομίες κινούνται προς μια καινούργια ισορροπία, τουλάχιστον προσωρινά. Αλλά αυτό που βλέπουμε σήμερα δείχνει να είναι μια συνεχής και αμείλικτη διαδικασία σταδιακής εξασθένησης. Η ανάκαμψη από περιστασιακές κρίσεις εκκαθάρισης είναι τελείως διαφορετικό πράγμα από το σπάσιμο μιας αλληλουχίας αλληλοσχετιζόμενων μακροπρόθεσμων τάσεων. Αν υποθέσουμε ότι η μονίμως χαμηλή ανάπτυξη, η μονίμως αυξανόμενη ανισότητα και το μονίμως αυξανόμενο χρέος δεν είναι διατηρήσιμα επ’ αόριστο και ότι μπορούν να προκαλέσουν συστημική κρίση – την οποία δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε – το ερώτημα είναι: μπορούμε να δούμε σημάδια αντιστροφής της κατάστασης;
 
Σημειώσεις
[1] O «νόμος του Ματθαίου» διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον  Robert Merton in ‘TheMatthew Effect in Science’, Science, vol. 159, no. 3810, pp. 56–63.
 
 

Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2015

Tο παγκόσμιο πρωτάθλημα τρομοκρατίας και το τέλος των ΗΠΑ

Η κατάταξη στο παγκόσμιο πρωτάθλημα τρομοκρατίας (από το 2004 έως το 2013) έχει ως εξής (τα πρόσφατα γεγονότα του Παρισιού, δεν αλλάζουν την κατάσταση, τουλάχιστον ποσοτικά):


Η Εθνική Ένωση Όπλων (ΕΕΟ) των ΗΠΑ είναι ένα από τα 3 πιο ισχυρά λόμπι που κατοικοεδρεύουν στην πρωτεύουσα της υπερδύναμης, μαζί με την πανίσχυρη Ένωση Συνταξιούχων και την επίσης πανίσχυρη Αμερικανο-Ισραηλινή Επιτροπή Δημοσίων Υποθέσεων.

Με τεράστια υποστήριξη από το Κογκρέσο (τα 2/3 του οποίου έχουν λάβει παχυλά τσέκια από την ΕΕΟ) και με περισσότερα από 5 εκατομμύρια μέλη, είναι η μεγαλύτερη τρομοκρατική οργάνωση του κόσμου. Τον Οκτώβριο σημειώθηκε το τελευταίο χτύπημά της – με το οπλισμένο χέρι του παρανοϊκού Chris Harper Mercer.
Με ένα ποσοστό οπλοκατοχής που αγγίζει την πληρότητα (89 όπλα/100 κατοίκους), οι ΗΠΑ μάλλον σκάβουν τον τάφο τους. Χιλιάδες αναλυτές, σχολιαστές και προφήτες που εδώ και χρόνια προεξοφλούν χωρίς όμως επιτυχία τον θάνατο των ΗΠΑ θα ανακουφιστούν (ή θα τρομοκρατηθούν - ανάλογα με τις προτιμήσεις)

Μετά την ήττα στο Βετνάμ, πολλοί ανέμεναν πτώση των ΗΠΑ και επικυριαρχία της Σοβιετικής Ένωσης. Αποτέλεσμα: πάπαλα. Στη συνέχεια η απειλή ήταν η Ιαπωνία – με τους ρυθμούς αναπτυξης που εμφάνιζε ήταν ζήτημα χρόνου να ξεπεράσει τις ΗΠΑ. Αποτέλεσμα: εδώ και 25 χρόνια η Ιαπωνία είναι σε οικονομική στασιμότητα. Μετά ήρθε η Ευρωζώνη με το ευρώ που θα ‘παιζε την μπάλα. Αποτέλεσμα: η Ευρωζώνη είναι πιο γνωστή ως Ευρωκρίση. Και στη συνέχεια η Κίνα. Εδώ το αποτέλεσμα δεν είναι ξεκάθαρο αλλά είναι δύσκολο να απειλήσει τις ΗΠΑ γιατί η ανάπτυξή της, όπως της Ιαπωνία και της ΕΕ, στην ουσία τροφοδοτείται από αυτές.
Και τώρα με την ΕΕΟ;

Η ΕΕΟ ασκεί μαζική τρομοκρατία (300 περιπτώσεις μαζικών πυροβολισμών μέσα στο 2015 με 462 νεκρούς (21% αύξηση σε σχέση με το 2014 ) και 1312 τραυματίες (6%  αύξηση σε σχέση με το 2014).

Και οι ΗΠΑ έχουν ξεπεράσει το πρώτο κρίσιμο σημείο, πέρα από το οποίο κάθε έλεγχος χάνει το νόημά του: ο καθένας έχει όπλο γιατί ο καθένας έχει όπλο. Για τους Αμερικανούς το να βγεις βόλτα άοπλος είναι ισοδύναμο με το να θέλεις να αυτοκτονήσεις. Και πλησιάζουν να ξεπεράσουν και το δεύτερο κρίσιμο σημείο: η χώρα εισέρχεται σε καθεστώς εμφυλίου πολέμου και ντόπιοι και ξένοι επενδυτές την κάνουν για αλλού. Κανείς δεν θέλει να κάνει μπίζνες εκεί κι η υπερδύναμη τελειώνει. Μια μεγάλη χώρα που φτιάχτηκε με τα όπλα, πεθαίνει από τα όπλα.

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2015

Fear of a Black Planet: Brothers Gonna Work It Out

 
Μένοντας στο μεσαίο σενάριο του ΟΗΕ, σε 85 μόλις χρόνια, οι λευκοί θα αποτελούν το 17% του γήινου πληθυσμού από το 24% που είναι σήμερα (αν συνυπολογίσουμε ως τέτοιους κατοίκους των ΗΠΑ (το 13% του του πληθυσμού των ΗΠΑ το 2100 θα είναι μαύροι)και τους κατοίκους της Κεντρικής/Νότιας Αμερικής και της Ωκεανίας, αλλοιώνοντας σημαντικά την κατάσταση υπέρ των λευκών αφού το 15% αυτού του 17% είναι βραζιλιάνοι που δεν είναι και τόσο λευκοί ως επί το πλείστον).
 

 
  • Η γηραιά, μόνη και «αγέρωχη» θα συνεχίζει να μειώνει τον πληθυσμό της (-13%, 2100 vs. 2015).
  • Η Β Αμερική και η Ωκεανία τα πάνε καλά με αύξηση 40% και 80%, αντίστοιχα.
  • Πολύ πιο κάτω η Λατινική Αμερική με 6% αύξηση, όπως και η Ασία με 11% - έχοντας αφήσει πίσω όμως το σημείο καμπής (κατά το 2060).
  • Και η μητέρα Αφρική θριαμβεύει με μια εκπληκτική αύξηση 270%!!
Ας μείνουμε στη γηραιά, τη μοναδική ήπειρο που μειώνει τον πληθυσμό της.



Εξαιρουμένης της Β Ευρώπης (Σουηδία, Νορβηγία, Δανία, Μ Βρετανία, Λιθουανία, Εσθονία, Λετονία, Φινλανδία, Ισλανδία, Ιρλανδία) που σημειώνει αύξηση 25% (η οποία φτάνει το 33% αν εξαιρεθούν οι Λιθουανία, Εσθονία και Λετονία στις οποίες ο πληθυσμός μειώνεται πάνω από 30%) και της Δ Ευρώπης (η μείωση οφείλεται στη συντριβή της Γερμανίας, στην οποία ο πληθυσμός μειώνεται κατά 22%, ενώ όλες σχεδόν οι άλλες χώρες τον αυξάνουν σημαντικά, με την Γαλλία να πετυχαίνει ένα +18% και κοντά στο 2060 να ξεπερνάει σε πληθυσμό τη Γερμανία για πρώτη φορά από τη δημιουργία της τελευταίας), τα άλλα ευρωπαϊκά φύλλα καταρρέουν.

Ο νότος, δεύτερος σε κατάρρευση μετά τους Ανατολικούς:


΄
Όπου η Ελλάδα 5η σε μείωση (με πληθυσμό το 2100 7.392.853 έναντι 10.954.617 το 2015) ακολουθώντας τους άλλους βαλκάνιους συγκάτοικους του πλανήτη.

Το τι θα γίνει ως τότε, φυσικά δεν το γνωρίζει κανείς. Πάντως έχει πολύ ενδιαφέρον να φανταστούμε πως οι λευκοί που τώρα έχουν την τεχνολογική/οικονομική ηγεμονία θα αντιδράσουν στην αμφισβήτηση αυτής της ηγεμονίας.

Το βασικό πλαίσιο όπου θα παιχτεί το θέατρο του πολέμου των πολιτισμών στον αιώνα (αν δεχτούμε πως υπάρχει τέτοιος πόλεμος) είναι αυτό.

Η Ελλάδα και σ’ αυτόν τον αιώνα δεν φαίνεται να έχει άλλα «όπλα» πέραν του «τουρισμού», δηλαδή του περιβάλλοντός της και του αρχαίου της πολιτισμού. Και καλό είναι να προπονηθεί για να κάνει φροντιστήρια αρχαίων ελληνικών σε όσους θα ενδιαφερθούν. Και να πουλήσει ήλιο, φιλοσοφία και ούζο.

Κατά τα άλλα ας ακούσουμε, μετά από ¼ του αιώνα, το προφητικό αριστούργημα του Δημόσιου Κινδύνου




Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2015

Λογοτεχνικός Δαρβινισμός (13): Τολστόι vs. Ντοστογιέφσκι. Πόσο είναι το σκορ; (3)-Η Αγγλοαμερικανική Παρέμβαση

Είδαμε παρέα με το Δαρβίνο το τοπ 10  μιας μερίδας (ισχυρών ονομάτων) ελλήνων συγγραφέων κι επιβεβαιώσαμε τον ντοστογιεφκισμό τους.

Ντοστογιεφκισμός – version-1: επιλέγω να είμαι εναντίον της αλήθειας παρά εναντίον του Χριστού, και καχύποπτος απέναντι σε κάθε ολική κατανόηση, τοποθετείται από την πλευρά του μυστηρίου.

Ανάλογη έρευνα με αυτήν του «Ταχυδρόμου» έκανε και ο J. Peder Zane, ο οποίος μάζεψε τα αποτελέσματα του σε ένα βιβλίο (The Top Ten: Writers Pick Their Favorite Books)

Η 10άδα που δίνει (για 125 συγγραφείς):


 
 

Στην ιστοσελίδα του ο J. Peder Zane δίνει δίνει μια ολίγον τι διαφορετική (και διαστελλόμενη σε 12άδα) 10άδα με ανεβασμένους το Middlemarch και τον Μεγάλο Γκάτσμπι:





Η 10άδα όμως που βρίσκω εγώ παρέα με τον Δαρβίνο μετρώντας 169 συγγραφείς (με σαφώς δυναμωμένη την ομάδα των γυναικών (41%) σε σχέση με την ομάδα της έρευνας του «Ταχυδρόμου» (20%) και δίνοντας  βαρύτητα και στην ηλικία του έργου είναι σημαντικά διαφορετική:



Σχετικά με την τιτανομαχία Τολστόι – Ντοστογιέφσκι, βλέπουμε ότι, σε κάθε περίπτωση, ο Τολστόι κυριαρχεί στις λίστες στων Αμερικανών συγγραφέων και σε απόλυτη αντίθεση με τις λίστες των Ελλήνων συγγραφέων όπου, συγκριτικά με τον Ντοστογιέφσκι, ο Τολστόι είναι εκμηδενισμένος.

Έτσι, αν ισχύουν οι διχοτομήσεις του Τζόρτζ Στάινερ, οι Έλληνες είναι με τον Σαίξπηρ ενώ οι Αμερικανοί με την επική λογοτεχνία. Οι Έλληνες περιφρονούν τον ορθό λόγο και είναι εραστές του παράδοξου ενώ οι Αμερικανοί είναι διαποτισμένοι από την πραγματικότητα . Οι Έλληνες επιλέγουν να είναι εναντίον της αλήθειας παρά εναντίον του Χριστού και να τοποθετούνται από την πλευρά του μυστηρίου. Ενώ οι Αμερικανοί διψούν για την αλήθεια και αναζητώντας την μανιωδώς καταστρέφουν τον εαυτό τους και όσους βρίσκονται γύρω τους.

Είναι έτσι όντως τα πρά(γ)τατα και είναι σωστές οι λέξεις;

Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2015

Ο ψυχισμός του μελλοθάνατου, ο υπομονετικός ανταρτοπόλεμος κι η επόμενη δόση του ΕΝΦΙΑ

Tον τελευταίο καιρό μπορεί να διακρίνει κανείς μια επανερχόμενη αναφορά στο διάσημο μοντέλο της Ελίζαμπεθ Κιούμπλερ-Ρος (εδώ και αναλυτικότερα εδώ) σχετικά με τα στάδια που διέρχεται ο ψυχισμός του ετοιμοθάνατου:

1. Άρνηση, 2. Θυμός, 3. Διαπραγμάτευση, 4. Κατάθλιψη, 5. Αποδοχή
 
Το μοντέλο δείχνει να επαρκεί για την ερμηνεία της συμπεριφοράς της ελληνικής κοινωνίας, η οποία αφού διέτρεξε τα 4 πρώτα στάδια με διαφορετικούς ρυθμούς (άρνηση και θυμός 4 χρόνια, διαπραγμάτευση 6 μήνες, κατάθλιψη 3 μήνες), έχει μπει στο τελευταίο στάδιο, αυτό της αποδοχής, και περιμένει το τέλος της «διασκεδάζοντας» με τις ασυναρτησίες του γόητος πρωθυπουργού της.

Πέρα από την ψυχορραγούσα Ελλάδα, το μοντέλο φαίνεται να εξηγεί και τη συμπεριφορά της Ευρώπης απέναντι το κύμα μετανάστευσης που έχει εκδηλωθεί τους τελευταίους μήνες.

Προς το παρόν, φαίνεται να είναι στο στάδιο 3, της διαπραγμάτευσης, αν και δεν είναι λίγοι αυτοί που καταθλιπτικά ομιλούν περί «Γιουροστάν». Ο Κ Στούπας του capital, για παράδειγμα, ο οποίος φαίνεται να προχωρεί πιο πέρα και να διασχίζει το γεφύρι που ενώνει στάδιο 4 και στάδιο 5:

"Το σημαντικότερο ζήτημα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, δεν είναι η ελληνική χρεοκοπία, οι σκελετοί στα ντουλάπια του τραπεζικού συστήματος, το υψηλό χρέος και η διαφαινόμενη ύφεση λόγω ανάγκης αποδανειοποίησης της οικονομίας. Είναι η δημογραφική της γήρανση σε συνδυασμό με τη δημογραφική έξαρση του μουσουλμανικού τόξου που την περιβάλει"

Αν γκουγκλάρει κάποιος πάνω στο θέμα, θα βρει ένα σωρό θέσεις και αντιθέσεις χωρίς η σύνθεση δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Ή, μήπως, φαίνεται;

Δεν με εξέπληξε που βρήκα και άρθρο του Σ Ζίζεκ πάνω στο θέμα (The Non-Existence of Norway).
Ξεκινάει με τα γνωστά, τις ροές των μεταναστών που κατευθύνονται προς το βορρά. Οι πεινασμένοι δεν θέλουν να μείνουν στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στην Ισπανία. Θέλουν να πάνε στις πλούσιες βόρειες χώρες.  

Αναλύει την κατάσταση των πραγάτων με το σχήμα της Κιούμπλερ-Ρος και συζητάει τη διχοτόμηση σε φιλελεύθερους και προστατευτικούς που διαπερνάει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Οι πρώτοι μιλάνε για την ανάγκη «ανοιχτότητας» από τη μεριά της Ευρώπης, οι δεύτεροι για την ανάγκη «κλειστότητας». Ποιοι είναι χειρότεροι;

Παίζοντας φραστικά με «ατάκες» του Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς κατά την αγαπημένη του συνήθεια, ο Ζίζεκ απαντά:

«Κι οι δυο τους είναι χειρότεροι»

Και οι δυο έχουν άδικο: οι μεν πρώτοι γνωρίζουν ότι το άνοιγμα των συνόρων και η ελεύθερη εισροή των μεταναστών γρήγορα θα οδηγήσει σε εξεγέρσεις, οι δεύτεροι γνωρίζουν ότι οι χώρες της Αφρικής και της Μ. Ανατολής που εγκαταλείπονται μαζικά δεν μπορούν να λύσουν μόνες τους τα προβλήματα αυτά.

Γιατί τα προβλήματα αυτά δημιουργήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την ίδια τη Δύση: η επέμβαση της δύσης στη Λιβυή ήταν αυτή που έριξε τη χώρα στο χάος. Ποια η βαθύτερη αιτία της δημιουργίας του Ισλαμικού Κράτους αν όχι η επέμβαση των ΗΠΑ στο Ιράκ. Ο εμφύλιος στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία μεταξύ χριστιανικού νότου και μουσουλμανικού βορρά, μήπως οφείλεται στο πετρέλαιο που ανακαλύφτηκε στο βορρά; Ή μήπως η καταστροφική μεγαλομανία των πολέμαρχων του Κογκό δεν τρέφεται από την εξίσου ακόρεστη δίψα της Δύσης (και της Κίνας) για κοβάλτιο, διαμάντια, χαλκό κλπ. Ή, για να πάμε λίγο πιο πίσω, υπάρχει είς σοβαρός παρατηρητής που να μην βλέπει ότι τα «αποτυχημένα κράτη» της Μ Ανατολής ήταν καταδικασμένα να αποτύχουν λόγω των συνόρων που χάραξαν για λογαριασμό τους η Αγγλία και η Γαλλία μετά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο;

Ο Σ Ζίζεκ πιστεύει ότι τα προσφυγικά κύματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη είναι το τίμημα που πληρώνουμε για μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία που επιτρέπει την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων αλλά όχι των ανθρώπων. Πρώτα απ’ όλα, πιστεύει ότι το πρόβλημα της μετανάστευσης θα γενικευτεί (οικονομικές κρίσεις, εμφύλιες διαμάχες, κλιματική αλλαγή κλπ) και θα αποτελέσει τη μελλοντική ανθρώπινη κατάσταση. Και αν δεν αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την έννοια της εθνικής κυριαρχίας, η μόνη εναλλακτική είναι μια νέα μορφή βαρβαρότητας. 

Δεύτερο, θεωρεί ότι είναι αναγκαία η αλλαγή του τρόπου κατανόησης της εθνικής κυριαρχίας από μέρους των οικοδεσποτών, η οποία πρέπει να συνοδευτεί από αποδοχή εκ μέρους των φιλοξενούμενων βασικών πολιτιστικών αξιών των χωρών που τους δέχονται.

Τρίτο, χρειάζεται «επεμβατική» καινοτομία, νέος σχεδιασμός στρατιωτικών επεμβάσεων που θα αποφεύγουν τα λάθη του παρελθόντος.

Τέταρτο, πιο δύσκολο και σημαντικό, πιστεύει ότι πρέπει να αλλάξουμε τις συνθήκες που προκαλούν τη μετανάστευση. Θεωρεί ότι αν δεν μετασχηματιστεί το παγκόσμιο οικονομικό-κοινωνικό πλέγμα που διαμορφώθηκε με την ολοκλήρωση της κυριαρχίας του καπιταλισμού σε πλανητικό επίπεδο, οι μη ευρωπαίοι πρόσφυγες θα αποκτήσουν παρέα από την Ελλάδα και άλλες φτωχές χώρες της ΕΕ.

Και κλείνει την παρέμβασή του στην ''ριζοσπαστική'' επιθεώρηση “London Review of Books”, 11 μέρες πριν ο ελληνικός λαός δώσει λευκή επιταγή στον κολλητό του Αλέξη να εφαρμόσει τις ιδέες του περί παραλληλίας (εδώ δεν μπορώ να μη θυμηθώ την παρέμβαση του στις 23 Ιουλίου, 18 μέρες μετά το ηρωικό δημοψήφισμα, όπου με τα πολλά, φαντασιώνεται μια μεταλλαγή του «συντάγματος» (με τη σημασία που έχει στη γλωσσολογία=η διαδοχή στα στοιχεία της ομιλίας) σε «παράδειγμα» (η δομή που υποστηρίζει αυτή τη διαδοχή) και εμπνεόμενος από το κουράγιο του απελπισμένου βρίσκει τη λύση στη συνέχιση του υπομονετικού αντάρτικου εναντίον της οικονομικής κατοχής):

«Όταν ήμουν νέος, αυτήν την οργανωμένη προσπάθεια ρύθμισης την ονομάζαμε κομμουνισμό. Ίσως πρέπει να τον «επαναπλάσουμε». Ίσως, μακροπρόθεσμα, να είναι η μόνη λύση». 

Θα μπορούσε να τελειώνει και με το:

«Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος»

 Εγώ, σαν καλός κι υπομονετικός αντάρτης, μαζεύω χρήματα για την επόμενη δόση του ΕΝΦΙΑ. Και προσδοκώ τομή παραλλήλων και τις αντίστοιχες εντός, εκτός και επί τα αυτά γωνίες.

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

Λογοτεχνικός Δαρβινισμός (12): Τολστόι vs. Ντοστογιέφσκι. Πόσο είναι το σκορ; (2)

 
 
Πριν μιλήσουμε για το τελικό σκορ, κι αφού είμαστε στην Ελλάδα, ας δούμε αν μπορούμε να ανιχνεύουμε κάποιους πυρήνες (έστω) της διχοτόμησης στην ντόπια κατάσταση. Θα έχουμε έτσι και μια πρώτη εκτίμηση για την όλη φάση. 

Μιας και δεν μπόρεσα να βρω υποτυπωδώς αξιόπιστα στοιχεία για το αναγνωστικό κοινό περιορίζομαι στους συγγραφείς.

Σύμφωνα με την έρευνα του Ταχυδρόμου το 2008 60 έλληνες συγγραφείς επιλέγουν τα 10 αγαπημένα τους βιβλία. Το δείγμα είναι κοντά στο 2,6% (60 συγγραφείς στους 2348 που είναι καταγεγραμμένοι στη βάση δεδομένων του ΕΚΕΒΙ)


Tο τοπ 10 των ξένων συγγραφέων που μας ενδιαφέρουν εδώ είναι σύμφωνα με τις Άννα Μαρτίνου/ Μικέλα Χαρτουλάρη:

1. Κάφκα («Δίκη» και «Μεταμόρφωση»). 2. Ντοστογιέφσκι («Έγκλημα και τιμωρία», «Ηλίθιος», «Δαιμονισμένοι» «Αφερφοί Καραμαζόφ»). 3. Προυστ. 4. Τζόις, 5. Σαίξπηρ. 6. Θερβάντες, Κόνραντ. 7. Ντίκενς. 8. Φλομπέρ. 9. Σάλιντζερ. 10. Σταντάλ.

Ομολογώ μου έκανε εντύπωση η κυριαρχία του Ντοστογιέφσκι, αν και περίμενα να νικήσει. Επειδή δεν μου είναι σαφές πως μετράει τα αποτελέσματα η έρυνα και δίνει την παραπάνω 10άδα συγγραφέων και επειδή δεν μπόρεσα να βρώ τις λεπτομέρειες της ανάλυσης και επειδή ο Δαρβίνος απαιτεί λύση, έκανα τη δική μου ανάλυση. Φυσικά, το βασικό συμπέρασμα, ότι οι έλληνες συγγραφείς είναι ντοστογιεφσκικοί δεν πρόκειται να αλλάξει. Θα είμαι κάπως αναλυτικός γιατί κάθε στατιστική παράμετρος μας λέει και μια διαφορετική ιστορία.
Εξαιρώντας τα ελληνικά έργα και τη Βίβλο, το τοπ 10 του Ταχυδρόμου αποτελείται από 12 βιβλία, με 3 να μοιράζονται την 7η θέση και τον Χόλντεν Κόλφιλντ τελευταίο και καταϊδρωμένο να στριμώχνεται στην 12άδα:


 
 

Δυστυχώς 2 πρέπει να φύγουν και να έχουμε ένα καλό δαρβινικό τοπ 10.

Έτσι δίνοντας 100 βαθμούς στην προτίμηση νο 1 και προχωρώντας γραμμικά, φτάνουμε σε 10 πόντους στην προτίμηση νο 10. Αφήνοντας να επιβιώσουν μόνο τα έργα που εμφανίζονται τουλάχιστον 2 φορές, ο πληθυσμός μας μειώνεται στα 54 έργα. 

Με βάση το μέσο όσο, ο Δαρβίνος τραβάει (ελλείψει μαλλιών) τη γενειάδα του.  Έχουμε ένα τοπ 10 από 17 έργα:



Και εκεί που περιμέναμε τη θηριώδη αναμέτρηση του καπετάνιου Άχαμπ και του αποικιοκράτη Κουρτς με τον ευπατρίδη Δον Κιχώτη της Μάντσας, μας προέκυψε πληθυσμός με μεγάλο ενδιαφέρον αλλά «άχρηστος» για το Δαρβίνο. Δε μας λέει τίποτε, κάγχασε.

Πάντως δεν έκρυψε την έκπληξή του με τη θέση 2, όπου το «Κεφάλαιο» συμβίωνε με το «Ιερό». Αν και παραδέχτηκε πως ήταν καλός συνδυασμός, φάνηκε σα να ενοχλήθηκε. Θυμήθηκε που ο συγγραφέας του τού είχε ζητήσει να του αφιερώσει το βιβλίο. Πάλι καλά που είχε αρνηθεί. Εκείνος ο τρελάρας έλεγε πως είχε ανακαλύψει τους νόμους της ιστορίας και άλλα τέτοια.

Αυτά είπε. Αλλά μέσα του σίγουρα ήξερε πως η μάχη μεταξύ τους συνεχίζεται. Προς το παρόν, ο άξεστος γερμανός τον νικούσε, σε δείκτες που αυτός ο ίδιος εισήγαγε στην ψηφιακή εποχή: τον google-index, τον wiki-index και τον amazon-index: 38%, 18% και 40% αντίστοιχα. Πανωλεθρία.
 
 
Για να τον συνεφέρω, στα γρήγορα του έδειξα το τοπ 10 με βάση το άθροισμα των πόντων κάθε έργου, όπου η κατάσταση βελτιωνόταν κάπως από άποψη πληθωρισμού:



Αν και κανεις δεν θα ήθελε να βάλει τον Δον να αλληλοσπαραχτεί με τον μικρούλη Πιπ, ο Δαρβίνος δε σηκώνει συζήτηση: προχώρα…

Αναγκάστηκα λοιπόν να σκοτώσω τους μικρότερους. Εντελώς αυθαίρετα επιλέγω τον αριθμό 5: όσοι εμφανίζονται με < 5 φορές , έξω.

Έτσι, με βάση το μέσο όρο η κατάσταση είναι πάλι 12μελο τοπ 10:



Τα ιδια και  με βάση το άθροισμα:
 
 
Kαι για να μην το κουράσουμε άλλο αν συνδυάσουμε τα δυο παραπάνω και την τυπική απόκλιση θα πάρουμε το τελικό 10μελο τοπ 10:
 
Ένας ελαφρύς εκνευρισμός έγινε φανερός (μάλλον από τις χαμηλές σχετικά θέσεις του Πιπ και του Άμλετ). Εκνευρισμός που επιτάθηκε όταν του είπα πως η μέτρηση δίνει πρώτη τη Ρωσία με 50,9 π., δεύτερη την Αυστία με 46,8 π., τρίτες τις ΗΠΑ με 21,5 π. και μόλις τέταρτη την αγαπημένη του Αγγλία (19,3 π),πάνω μόνο από τη Γαλλία (18,3 π) και την Ισπανία (7,8 π).

Ακόμα και με πρόσθεση ΗΠΑ+Αγγλία η κατάσταση δεν άλλαζε. Ο επιληπτικός τζογαδόρος κυριαρχούσε.

Τελικά τον ηρέμησα κάπως με αναγωγή στο χρόνο ζωής κάθε έργου. Όπου η κατάσταση σαφώς διορθώνεται για τη Γηραιά Αλβίωνα (πάνω κατά 60% περίπου)

Η τελική συγγραφική δεκάδα είναι:

1. Ντοστογιέφσκι. 2. Κάφκα. 3. Θερβάντες. 4. Σαίξπηρ. 5. Μέλβιλ. 6. Ντίκενς. 7. Προυστ. 8. Φλομπέρ. 9. Ουγκό. 10. Τζόις

Και η δεκάδα έργων:
1 Έγκλημα και τιμωρία – Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι 57,5
2 Η δίκη Φραντς Κάφκα 42,1
3 Δον Κιχώτης – Μιγκέλντε Θερβάντες 31,7
4 Άμλετ - Oυίλιαμ Σαίξπηρ 30,5
5 Μόμπι Ντικ – Χέρμαν Μέλβιλ 21,1
6 O ηλίθιος - Φιόντορ Ντοστογιέφσκι 20,6
7 Μεγάλες προσδοκίες – Κάρολος Ντίκενς 18,3
8 Αδερφοί Καραμαζόφ - Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι 16,6
9 Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο- Μαρσέλ Προυστ 15,7
10 Μαντάμ Μποβαρί – Γκιστάβ Φλομπέρ 10,5

Τέλος πάντων, όπως είπαμε, η ουσία είναι ότι οι Έλληνες συγγραφείς σαφώς είναι με τη μεριά του Ντοστογιέφσκι. Αν είχαμε τοπ 15, ο Τολστόι με το «Πόλεμος και Ειρήνη» θα ήταν στην 13η θέση (7,8 π), πίσω όμως από τους «Δαιμονισμένους» (11η θέση, 9,1 π). Στο ελληνικό συγγραφικό «ασυνείδητο» (τουλάχιστον σε αυτούς τους 60 συγγραφείς), ο κατ' εξοχήν ο άνθρωπος του Θεού διαλύει τον κρυφό αμφισβητία Του.
 

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015

Λογοτεχνικός Δαρβινισμός (10): Τολστόι vs. Ντοστογιέφσκι. Πόσο είναι το σκορ; (1)



Μια από τις μάχες τιτάνων στο χώρο της λογοτεχνίας είναι αυτή μεταξύ Τολστόι και Ντοστογιέφσκι.


Οι 2 μυθιστοριογράφοι δεν συναντήθηκαν ποτέ στη ζωή τους, αν και κατά καιρούς είχαν εκφράσει εκτίμηση ο ένας για το έργο του άλλου. Στον πανηγυρικό που εκφώνησε ο Ντοστογιέφσκι (6 μήνες πριν το θάνατό του)  για τον Πούσκιν στα αποκαλυπτήρια του μνημείου του τελευταίου στην Tverskaya Street (1880),΄είχε παραβρεθεί όλη η διανόηση της Ρωσίας. Εκτός από τον Τολστόι. Ο οποίος, το τελευταίο βιβλίο που διάβασε στην Γιάσναγια Πολιάνα (πριν την κοπανήσει για να γλυτώσει από την γκρίνια της Σοφίας  Τόλσταγια και πεθάνει ένα 10ήμερο αργότερα), ήταν οι "Αδερφοί Καραμαζώφ".

Η συζήτηση ξεκίνησε στις αρχές του 20ου αιώνα, και ενόσω ζούσε ο Τολστόι, με το δοκίμιο "L. Tolstoy and Dostoyevsky" του άγνωστου στην Ελλάδα Dmitry Merezhkovsky (9 φορές υποψήφιος για Νόμπελ).  Ο Merezhkovsky συνέκρινε τους 2 συγγραφείς και, αν και δείχνει να προτιμάει τον Ντοστογιέφσκι, κατέληξε σε μια διαλεκτική σύνθεση με την οποία ήλπιζε στην αναζωογόνησή της Ρωσίας: ο Τολστόι ερευνώντας τα βάθη της σάρκας και ο Ντοστογιέφσκι ερευνώντας τα βάθη του πνεύματος, ο Τολστόι ως θέση και ο Ντοστογιέφσκι ως αντίθεση, συγχωνεύονται σε ένα αρμονικό Σύμβολο και μπορεί να δώσουν μια νέα θρησκεία η οποία θα σώσει τη Ρωσία από την παρακμή.

Το θέμα έγινε  σχετικά διάσημο με το βιβλίο με το οποίο έκανε την εμφάνιση του (μετά από μια συλλογή 7 ποιημάτων με τον τίτλο «Fantasy Poets Number Eight» (1952)), ενός από τους πιο γνωστούς  κριτικούς λογοτεχνίας, του Τζορτζ Στάινερ (ΤΣ) .

Γράφει, λοιπόν, ο ΤΣ στο «Tolstoy or Dostoevsky, An Essay in the Old Criticism» (1959) ότι η λογοτεχνική κριτική οφείλει να είναι το αποτέλεσμα μιας σχέσης αγάπης, ή έρωτα, αν προτιμάτε. Το ποίημα, το δράμα, το μυθιστόρημα, κυριαρχούν τη σκέψη του αναγνώστη όσο διαρκεί η ανάγνωση. Κι αν παίζει κάτι σημαντικό, και μετά την ανάγνωση. Κατάσταση που φέρνει και τη 2η ανάγνωση. Τότε, μπορούμε να πούμε, έχουμε μια σχέση αγάπης.

Θα ήταν πληρέστερη η απαίτηση του ΤΣ αν έγραφε σχέση πάθους, συμπεριλαμβάνοντας και το μίσος (που δεν χρειάζεται και 2η ανάγνωση για να φουντώσει).

Τέλος πάντων, η σχέση αυτή είναι που τον οδήγησε να γράψει για τους 2 μεγάλους Ρώσους. Έτσι κι αλλιώς, οι Άγγλοι μυθιστοριογράφοι είχαν πετάξει πετσέτα: «Κανείς Άγγλος μυθιστοριογράφος δε είναι τόσο μεγάλος όσο ο Τολστόι – αφού κανείς τους δεν έδωσε τόσο ολοκληρωμένη εικόνα της ζωής του ανθρώπου, τόσο στην εσωτερική της όσο και στην ηρωική εκδήλωσή της. Κανείς Άγγλος μυθιστοριογράφος δεν ερεύνησε την ανθρώπινη ψυχή στο βάθος που το έκανε ο Ντοστογιέφσκι» (ΕΜ Φόρστερ). Ο ΤΣ διευρύνει το συμπέρασμα του Φόρστερ και το εφαρμόζει σε όλη την ιστορία της λογοτεχνίας, θεωρώντας ότι καθορίζει τη σχέση των 2 Ρώσων με την τέχνη του μυθιστορήματος εν γένει.

Οι 2 Ρώσοι διαφέρουν και από τους υπόλοιπους κλασικούς μυθιστοριογράφους (π.χ., τους γάλλους Μπαλζάκ, Φλομπέρ) στο ότι στο έργο τους κυριαρχεί το ερώτημα περί Θεού, η θεολογική διάσταση είναι αυτή που το καθορίζει. Και μόνο ο αμερικανός Μελβιλ κινείται σε παρόμοιες διαστάσεις.

Παραδεχόμενος ότι δεν υπάρχει έγκυρος και πειστικός τρόπος να κάνει τη σύγκριση των 2, κάνει λόγο για το «ζήτημα του αυτιού». Ο τόνος (τονικότητα) κάθε συγγραφέα και ο τρόπος με τον οποίο τον «ακούει»/προσλαμβάνει ο κάθε αναγνώστης, μπορεί να γίνει αντιληπτός από τον τόνο (τονικότητα) με τον οποίο ο τελευταίος μιλάει για αυτό που «άκουσε»/προσέλαβε.  Έτσι, σκιαγραφεί τις πρώτες παραλληλίες και  αντιθέσεις:

Όμηρος και Τολστόι από την μια, Σαίξπηρ και Ντοστογιέφσκι από την άλλη. «Ιλιάδα» και «Πόλεμος και Ειρήνη» εναντίον «Βασιλιά Ληρ» και «Αδερφών Καραμαζώφ». Ίδιος τόνος έκφρασης για το ζεύγος «Όμηρος-Τολστόι», ίδιος τόνος έκφρασης για το ζεύγος «Βασιλιάς Ληρ»-«Αδερφοί Καραμαζώφ». Και αντίθετοι μεταξύ τους. Ή όχι;

Αφού φαίνεται να δέχεται τη «διχοτόμηση» του Νικολάι Μπερντιάεφ: «μπορούμε να ορίσουμε δυο πρότυπα, δυο μοντέλα για την ανθρώπινη ψυχή: το ένα που τείνει προς το πνεύμα του Τολστόι και το άλλο που τείνει προς το πνεύμα του Ντοστογιέφσκι», με τα πολλά καταλήγει:

«Ο Τολστόι είναι ο κυριότερος κληρονόμος των παραδόσεων της επικής λογοτεχνίας, ο Ντοστογιέφσκι ένας από τους σημαντικότερους δραματουργούς μετά τον Σαίξπηρ. O Τολστόι είναι το μυαλό που έχει διαποτιστεί από τον ορθό λόγο και την πραγματικότητα. Ο Ντοστογιέφσκι είναι ο καταφρονητής του ορθολογισμού, ο μεγάλος εραστής του παραδόξου. Ο Τολστόι είναι ο ποιητής της γης, της αγροτικής ζωής και της ποιμενικής ψυχικής διάθεσης. Ο Ντοστογιέφσκι είναι ο κατεξοχήν άνθρωπος της πόλης, ο δάσκαλος-οικοδόμος της σύγχρονης μητρόπολης μέσα στην επικράτεια της γλώσσας. Ο Τολστόι διψά για την αλήθεια και αναζητώντας την μανιωδώς καταστρέφει τον εαυτό του και όσους βρίσκονται γύρω του. Ο Ντοστογιέφσκι, επιλέγει να είναι εναντίον της αλήθειας παρά εναντίον του Χριστού, και καχύποπτος απέναντι σε κάθε ολική κατανόηση, τοποθετείται από την πλευρά του μυστηρίου. […] Ο Ντοστογιέφσκι είναι κατ' εξοχήν ο άνθρωπος του Θεού. Ο Τολστόι ένας από τους κρυφούς αμφισβητίες Του»

Αλλά ποιο είναι το σκορ;

(συνεχίζεται)

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

Ο άνθρωπος ΑΕΠ (2)


Από τις πρώτες μέρες ζωής του ΑΕΠ εκφράστηκαν αμφιβολίες για το νόημά του. Ο ίδιος ο επινοητής του, ο Kuznets, φοβόταν ότι το δημιούργημά του, ένας δείκτης, σημαντικός μεν αλλά δείκτης, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο σχεδιασμού πολιτικής. Και ότι δεν λαμβάνει υπόψη του, όχι μόνο την υποτίμηση μηχανολογικού εξοπλισμού και κεφαλαίου αλλά και την υποτίμηση των ίδιων των ανθρώπων. Είναι αυτό που αποκαλούσε «αντίθετη όψη του εισοδήματος», δηλ., την εντατική και δυσάρεστη προσπάθεια που ενσωματώνεται στη διαδικασία προσπορισμού εισοδήματος.
Ο Kuznets αναγνωρίζει ακόμη ότι το ΑΕΠ εστιάζει σε τυπικές συναλλαγές και έτσι δεν είναι κατάλληλο για χώρες που εξαρτώνται σημαντικά από μη τυπικές οικονομικές δομές. Στις βιομηχανικές χώρες, από την άλλη μεριά, μπορεί εύκολα να υπερεκτιμηθεί μετρώντας μόνο αγαθά και υπηρεσίες των οποίων ο βασικός στόχος είναι να εξισορροπήσουν τα ελαττώματα της βιομηχανοποίησης (κυκλοφοριακό κόστος, ασφάλεια, ρύπανση).

Μια άλλη ανησυχία του είχε να κάνει με τον τρόπο που η αύξηση του ΑΕΠ επηρεάζει την κατανομή των εισοδημάτων. Η περίφημη καμπύλη του έδειχνε πώς η ταχεία οικονομική ανάπτυξη σχετίζεται με την αυξανόμενη ανισότητα, κυρίως λόγω τού ότι οι πολιτικές που υποστηρίζουν την αύξησή του τείνουν να καταστρέφουν τις μη τυπικές οικονομικές δομές και να τις αντικαθιστούν με τυπικές (συνήθως βασισμένες στην αγορά). Και όπως είναι φυσικό μαζί με τις μη τυπικές δομές, καταστρέφονται και πολλοί άνθρωποι.
Τα τελευταία χρόνια, προοδευτικοί οικονομολόγοι, think tanks και ΜΚΟ έχουν ασκήσει κριτική στο ΑΕΠ σκοπεύοντας στην εξημέρωση του τέρατος και της επιρροής που ασκεί στους σχεδιαστές πολιτικών. Έχουν προταθεί πολλοί εναλλακτικοί και πιο αντικειμενικοί δείκτες. Στη συζήτηση και την όλη προσπάθεια έχουν μπεί τόσο το υπουργείο οικονομικών των ΗΠΑ, η κινέζικη ακαδημία επιστημών και η ΕΕ. Οι προσπάθειες εντοπίζονται στο συνυπολογισμό και του φυσικού κεφαλαίου, αν και ο αντίλογος εδώ είναι ότι κάτι τέτοιο θα καταλήξει σε αγοροποίηση και οικονομικοποίηση της φύσης.

Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι το ΑΕΠ δέχεται πλέον κριτική από τα κάτω, από τους καθημερινούς ανθρώπους που στην τελική παράγουν και τον όποιο πλούτο. Και είναι οι μόνοι που μπορούν να επιβάλλουν μια διαφορετική μέτρηση της ανάπτυξης που θα σέβεται ισότιμα ανθρώπους και φυσικό περιβάλλον, θα διασφαλίζει δημόσιους πόρους, αγαθά και οικοσύστημα. 

Εξάλλου, ο Kuznets προειδοποιούσε ότι το εργαλείο που επινόησε ήταν για την εποχή του και τις ανάγκες της. Και πρότεινε σε κάθε γενιά να επανεξετάζει τα οικονομικά δεδομένα ώστε να βρίσκει τον πλέον κατάλληλο τρόπο μέτρησης της οικονομικής ανάπτυξης. Φαίνεται ότι ήρθε ο καιρός να τον ακούσουμε. Και αυτό που χρειάζεται είναι ένα δυνατό λαϊκό κίνημα που θα δείξει την πορεία προς έναν μετα-ΑΕΠ κόσμο.
Πηγές:






 

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

Ο άνθρωπος ΑΕΠ (1)

Ήταν στα δύσκολα χρόνια της Μεγάλης Ύφεσης, το 1934, που γεννήθηκε. Γονιός και νονός μαζί o νεαρός οικονομολόγος Simon Kuznets, ο οποίος, 12 χρόνια πριν, με το τέλος του εμφυλίου πολέμου, είχε φύγει από τη Ρωσία για να βρει τον πατέρα του που είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ πριν τον 1ο παγκόσμιο πόλεμο
Τότε, η αμερικανική κυβέρνηση έσκαγε από την αγωνία της να βρει ένα ποσοτικό δείκτη που να έδειχνε αν, κι αν ναι πώς, η οικονομία ανέκαμπτε. Το όνομα του μωρού ήταν ΑΕΠ και η δουλειά που θα έκανε το μωρό ήταν να συμπυκνώνει σε έναν απλό αριθμό όλες τις δαπάνες για αγαθά και υπηρεσίες. Στους καλούς καιρούς ο αριθμός θα ανέβαινε και σε άσχημους καιρούς θα κατέβαινε.

Λίγα χρόνια μετά, ο 2ος πόλεμος θα σφράγιζε για τα καλά τη σχέση αμερικανικής κυβέρνησης και ΑΕΠ. Η ύπαρξη λεπτομερών στατιστικών πάνω στα δυνατά και τα αδύνατα σημεία της οικονομίας έδωσε τη δυνατότητα στην αμερικανική κυβέρνηση να υπερβεί τους αντιπάλους της στην παραγωγή πολεμικού υλικού. Και ακόμη περισσότερο, επέτρεψε τη μετατροπή μιας κοινωνικής οικονομίας σε πολεμική μηχανή χωρίς να επηρεαστεί η εσωτερική κατανάλωση. Και αυτό έδωσε τη δυνατότητα στην κυβέρνηση των ΗΠΑ να τρέχει μια οικονομία πολέμου που δημιουργεί έσοδα (αποφεύγοντας τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η οικονομία πολέμου των ναζί) αλλά και να θέσει τις βάσεις για την καταναλωτική φρενίτιδα που ακολούθησε τον πόλεμο.

Αλλά το ΑΕΠ, εκτός από αριθμός, ήταν και ένα πανίσχυρο εργαλείο προπαγάνδας. Σε όλη τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα, το ΑΕΠ ήταν ο αριθμός που πολεμούσε τη Σοβιετική Ένωση (Σ.Ε.) στο επίπεδο της οικονομικής απόδοσης. Η Σ.Ε. παρήγαγε μια διαφορετική στατιστική που βασιζόταν μόνο στη βιομηχανική παραγωγή και οι δυο αριθμοί έπρεπε να συγκριθούν και ερμηνευτούν έτσι ώστε να δείξουν τη δυναμικότερη οικονομία. Αυτό οδήγησε σε έναν πόλεμο στατιστικής που τελείωσε μόνο με την πτώση της Σ.Ε.

Από τότε και στη συνέχεια, το ΑΕΠ κατίσχυσε στην παγκόσμια σκηνή: οι χώρες αξιολογούνται και κατατάσσονται με βάση αυτόν τον αριθμό και ο μαθηματικός φορμαλισμός του κατευθύνει τις πολιτικές ανάπτυξης σε όλον τον κόσμο.

Αν και φαινομενικά ουδέτερο, το ΑΕΠ έφτασε να είναι, ουσιαστικά, ένα κοινωνικό μοντέλο με επιρροή που υπερβαίνει τα όρια της οικονομίας και διαχέεται στο πολιτικό και το πολιτιστικό επίπεδο (αν υποθέσουμε ότι το οικονομικό διαχωρίζεται κατά κάποιον τρόπο από το πολιτικό και το πολιτιστικό). Στο πλαίσιο αυτό, ηθικές αρχές όπως η δικαιοσύνη και η αναδιανομή, δοκιμάζονται απέναντι στους υπολογισμούς για το ΑΕΠ. Το γνωρίζουμε, άριστα πλέον, στη μνημονιακή Ελλάδα, όπου το πολιτικό προσωπικό υπόσχεται πολιτική αλλά πράττει σύμφωνα με τις υποδείξεις του ΑΕΠ, περιορίζοντας την πολιτική μόνο στην εξυπηρέτηση των εκάστοτε πελατών.

Το ΑΕΠ παρήγαγε έναν νέο ανθρωπολογικό τύπο: τον άνθρωπο που υπάρχει μόνο στον βαθμό που εργάζεται και ξοδεύει. Τον άνθρωπο που μισεί την καθαρή σχόλη, τη σχόλη που δεν είναι διατιμημένη και εμπορευματοποιημένη. Ο άνθρωπος ΑΕΠ θεωρεί το χρόνο που περνάς με την οικογένεια ή την τοπική κοινότητα χαμένο. Μισεί το φτιάξιμο/επιδιόρθωση παλιότερων πραγμάτων και λατρεύει την αγορά νέων. Τόσο το φυσικό όσο και το δομημένο περιβάλλον εντός των οποίων δραστηριοποιείται ο άνθρωπος ΑΕΠ, ακολουθούν το μοντέλο του ΑΕΠ.

Εν τέλει, το ΑΕΠ διαμόρφωσε την αντίληψη και κατανόηση από μέρους μας της έννοιας της αξίας. Η αρχή της οικονομικής ανάπτυξης δεν είναι τίποτε άλλο από αύξηση του ΑΕΠ: αυτό για το οποίο μοχθούμε δεν είναι μια θαμπή ιδέα για το «καλώς ζην» αλλά μια αύξηση των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών που προσμετρώνται στο ΑΕΠ.

Το πρόβλημα με το ΑΕΠ είναι ότι δεν είναι ένα πραγματικό μέτρο αλλά «σημαντικός» δείκτης. Δε λαμβάνει υπόψη του την υποτίμηση των πόρων που χρησιμοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία όπως και την υποτίμηση των φυσικών πόρων αφού αυτοί παρέχονται τζάμπα από τη φύση. Δε λαμβάνει υπόψη του ούτε το κόστος ρύπανσης ούτε την περιβαλλοντική υποβάθμιση, όπως, επίσης, δε λαμβάνει υπόψη του την όποια συναλλαγή ή εργασία γίνεται εκτός αγοράς. Οι δουλειές του σπιτιού και γενικότερα η οικογενειακή φροντίδα για παράδειγμα: έχουν εξαιρετική οικονομική σημασία και επίδραση αλλά σπανίως είναι διατιμημένες. Αν οι κυβερνήσεις πλήρωναν για τις αναρίθμητες δουλειές που γίνονται μέσα στο σπίτι (π.χ., ανατροφή παιδιών, φροντίδα ηλικιωμένων), η σκέψη πάνω στην ανάπτυξη θα ήταν πιθανότατα διαφορετική.

 (συνεχίζεται)


 

Αφόρητη πασοκίλα…



Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 εξαπλώθηκε σαν επιδημία, είναι εδώ και συνεχίζει να μολύνει περισσότερο και από το πάλαι ποτέ «νέφος» της δεκαετίας της «αλλαγής», και ακόμα περισσότερο από τη σύγχρονη αιθαλομίχλη των τζακιών... Τα πασοκοειδή αφού πλιατσικολόγησαν τη λαχτάρα του λαού να δει κάποτε μια άσπρη μέρα, ήρθαν να αντικαταστήσουν μια «κουρασμένη» Δεξιά που στη δοσμένη ιστορική στιγμή είχε φάει τα ψωμιά της.
Ομολογουμένως ήταν καλύτεροι. Ήταν καλύτεροι από τους «δεξιούς» για να διαχειριστούν τις δυσκολίες που προέκυπταν για τους καπιταλιστές από ένα εργατικό-λαϊκό κίνημα που κόχλαζε. Για να κλέψουν τα συνθήματά του. Για να εκμεταλλευτούν τις προσδοκίες ενός λαού, που στέναζε από το μετεμφυλιακό καταπιεστικό αστυνομοκρατούμενο κράτος, για δικαίωση των μακρόχρονων αγώνων του.

Ήταν οι πιο κατάλληλοι για να συκοφαντήσουν, να εξευτελίσουν, να ευνουχίσουν έννοιες όπως μαζικός αγώνας, συνδικαλισμός, σοσιαλισμός, Εθνική Αντίσταση, ανεξαρτησία, κοινωνική δικαιοσύνη. Για να αλώσουν συνειδήσεις, να τσαλαπατήσουν μπέσα και φιλότιμο, να βιάσουν  οράματα, να εξαγοράσουν όνειρα, να αφαιμάξουν το συνδικαλιστικό κίνημα και πολλά  ακόμα, πάντα μέσα από μια   εικονική πραγματικότητα   δημοκρατίας και ελευθερίας.

Η πασοκίλα μόλυνε ολόκληρες γενιές. Από μαθητές Γυμνασίου που το όνειρό τους ήταν «να διοριστώ στο δημόσιο», μέχρι κάτι πρώην μπαρουτοκαπνισμένους  παππούδες που κραδαίνοντας πλαστικές σημαίες φώναζαν «ο αγώνας τώρα δικαιώνεται». Αν κάποιος αγώνας δικαιώθηκε με την έλευση των πασοκοειδών, αυτός ήταν ο αγώνας του καπιταλιστικού συστήματος να διευρύνει την εκμετάλλευσή του. Να προετοιμάσει το έδαφος για μια ακόμα προέλασή του, πιο βάρβαρη, πιο καταστροφική για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, τη χρονική στιγμή που κανονικά θα έπρεπε να γιορτάζουμε την ταφή του.

Η πασοκίλα έγινε γάγγραινα, βρωμάει, πυορροεί. Το πύον της κυλά παντού. Κολλάει παντού. Είναι ο τρόπος που ασκείται η πολιτική στο «ναό της δημοκρατίας», ο πρωθυπουργός-κουτσαβάκι και οι τηλε-υπουργοί του, ο άκρατος ακροβατικός λαϊκισμός και η αριστερή εκπόρνευση της αξιωματικής αντιπολίτευσης προκειμένου να κυβερνήσει, τα ξοφλημένα «ανεξάρτητα» ανθρωπάκια-βουλευτές-πρώην ψήφοι των μνημονίων, η θεωρία των «δύο άκρων», η ψευτοαντίθεση μνημόνιο-αντιμνημόνιο, οι κουραδόμαγκες της χρυσής αυγής, το ύφος χιλίων καρδιναλίων του Βενιζέλου, το θράσος του Αδώνιδος, το «νέο αίμα» στην πολιτική, οι παραταϊσμένοι προπαγανδιστές τηλεπαπαγάλοι, οι «Άκηδες», οι μαϊμού συντάξεις, τα φακελάκια, οι μίζες και τα υποβρύχια που γέρνουν, οι χιλιάδες ΜΚΟ, τα λαμόγια παντός τύπου και διαμετρήματος, η συζήτηση περί  «νόμιμου και ηθικού», η «φιλανθρωπία» του Καμίνη, οι Παναγόπουλοι και οι Τσουκαλάδες του συνδικαλισμού, οι Τατσόπουλοι, οι Χατζησωκράτηδες και οι Ψαριανοί της πολιτικής, οι μπουκωμένοι από τις επιχορηγήσεις διανοούμενοι, ο γελωτοποιός Λάκης, η απογοήτευση και ο «σταρχιδισμός» του άνεργου, η ψευδαίσθηση του μικροαστού πως τα πράγματα θα ξαναγίνουν «όπως πριν», η ξαφνική «ξενοφοβία» μετά από δυο και βάλε δεκαετίες κάθε είδους εκμετάλλευσης των οικονομικών μεταναστών, το «καουμποϊλίκι» των ελεγκτών στα ΜΜΜ, η ΝΕΡΙΤ, η μούντζα στους «300» και το «μπουρδέλο» τους, οι στημένες αγχόνες στο Σύνταγμα, το «όλοι ίδιοι είναι καημένεεε», το «δικαίωμα» στην απεργοσπασία, τα σκυμμένα κεφάλια στις ουρές της ΔΕΗ και οι μετανοιωμένοι «κοψοχέρηδες» στο καφενείο, το αντιΚΚΕ μένος των «προοδευτικών» συνομιλητών, το… ερώτημα «μνημονιακών» και «αντιμνημονιακών» (όμως βέρων  ευρωλάγνων)  «σε ποια χώρα εφαρμόζεται το μοντέλο που υποστηρίζετε οι κομμουνιστές» όταν αδυνατούν να υπερασπιστούν το δικό τους «μοντέλο»…

Ας ψάξει ο καθένας κάθε χιλιοστό της συνείδησής του, όση του άφησαν αλώβητη, όση του απέμεινε. Ας σκεφτεί τι είναι αυτό που θέλει από τη ζωή, αν και τι νομίζει ότι δικαιούται από αυτή, αν και τι  θεωρεί ότι αξίζει περισσότερο από τα να σαπίζει αργά και βασανιστικά βουτηγμένος στην πασοκίλα μέρα τη μέρα, μήνα το μήνα, χρόνο το χρόνο, μέχρι κάποτε, ξαφνικά, να ανακαλύψει πως ποτέ  δεν έζησε. Και ας κανονίσει την πορεία του.
Πηγή: Οικοδόμος


Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2015

Το ηθικό πλεονέκτημα και η Αριστερά του Νίτσε



Η αρθρογραφία των περισσοτέρων λογίων της αριστεράς επικεντρώνεται πια στην υπεράσπιση του λεγόμενου «ηθικού πλεονεκτήματος». Η αποτυχημένη διαπραγμάτευση έχει ελάσσονα σημασία από τη στιγμή που η κυβερνώσα Aριστερά αντιπροσωπεύει το καλό στην προαιώνια σύγκρουσή του με το κακό, εν προκειμένω την ΕΕ και την Γερμανία. Στην Ελλάδα, που ευδοκιμούν όλα σχεδόν τα παράξενα του κόσμου τούτου, άνθισε ακόμα ένα. Ο χώρος της Aριστεράς, του διαλεκτικού υλισμού, στηρίζει την επιχειρηματολογία του σε ιδεαλιστικά και ηθικά «φορτία», με ναυαρχίδα την αξιοπρέπεια. Η αξιοπρέπεια πλανιέται σαν φάντασμα πάνω από την Ελλάδα και την Ευρώπη, για να παραφράσω τον Μαρξ. Ακόμα και ο Γερμανός φιλόσοφος Χάμπερμας επέλεξε να χαρακτηρίσει αναξιοπρεπή την γερμανική πολιτική έναντι της Ελλάδας.
Η λέξη αξιοπρέπεια σημαίνει «ιδιότητα και τρόπος ζωής κατά τον οποίο σέβεται κανείς τον εαυτό του, δεν τον ταπεινώνει ώστε να κερδίσει τον σεβασμό των άλλων, δεν πέφτει σε μικρότητες. Η υπερηφάνεια με ευγένεια ήθους» (Λεξικό Μπαμπινιώτη). Επιτρέψτε μου να συμπληρώσω ότι άξιος είναι κάθε άνθρωπος, ανεξαρτήτως εθνικότητας, φυλής ή άλλου κατηγορήματος, γιατί ειδάλλως δεν υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα. Το πρέπει, το δέον, το ορίζει ο ίδιος ο άνθρωπος, μόνος του, και δεν δικαιούται ουδείς άλλος να του το υποδείξει και να του επιβάλει τι πρέπει να κάνει ή να είναι. Μόνη προϋπόθεση είναι το «πρέπει» του καθενός να μπορεί δυνητικά να γίνει «πρέπει» και όλων των άλλων, να μην είναι δηλαδή κάτι που εξυπηρετεί μόνον αυτόν ή κάποιους σε βάρος άλλων. Ως παράδειγμα χρήσης της λέξης «αξιοπρεπής» ο Μπαμπινιώτης παραθέτει το εξής: «είναι αξιοπρεπής γιατί, εάν κάνει λάθος, το παραδέχεται αμέσως, χωρίς να καταφεύγει σε φτηνές δικαιολογίες ή να ρίχνει την ευθύνη σε άλλους».

Είναι καθόλα αξιοπερίεργο το γεγονός της απομάκρυνσης της κυβέρνησης από τις θεμελιώδεις αρχές της Αριστεράς, με την προσκόλλησή της σε ηθικά και ιδεαλιστικά φορτία, όπως αυτό της αξιοπρέπειας, τα οποία δεν έχουν υλικές αναφορές. Το αμέσως πιο εκπληκτικό είναι ότι η στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης αποτελεί επιτομή της φιλοσοφίας του Νίτσε, προαιώνιου εχθρού του μαρξισμού. Συγκεκριμένα, η αρχή που διέπει την πολιτική γραμμή της κυβέρνησης είναι απλοϊκή: «εμείς είμαστε καλοί επειδή οι άλλοι είναι κακοί». Στηρίζεται δηλαδή στην κατασκευή εχθρών, καθώς πρόκειται για μια αρνητική ηθική. Επειδή η πραγματικότητα, οι υλικές συνθήκες γύρω μας, δεν καθιστούν εφικτά όσα οι κυβερνώντες ευαγγελίζονται, επικαλούνται μια φαντασιακή ηθική ανωτερότητα. Με άλλα λόγια, επειδή η γραμμή σκέψης τους και πολιτικής τους πράξης δεν μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα, μεταθέτουν την πολιτική σε φαντασιακό επίπεδο. Ενοχοποιούν και στιγματίζουν τους ισχυρούς, στην προκειμένη περίπτωση την Γερμανία και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, μόνο και μόνο επειδή είναι ισχυροί. Ταυτόχρονα, οι ίδιοι αυτοθυματοποιούνται ως αδύναμοι, αποκρύπτοντας ότι το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για την αδυναμία μας πέφτει στις πλάτες μας. Εμείς, ως πολιτικό σώμα και εξουσιαστικές ελίτ, επί 40 χρόνια τουλάχιστον, κάναμε ό,τι περνούσε από το χέρι μας και το πόδι μας για να βρεθούμε σε θέση αδυναμίας και απαξίωσης. Επιπλέον, μετά τις ευρωεκλογές του 2014, κάναμε ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό για να καταστήσουμε ακόμα δυσχερέστερη τη θέση μας. Η κυβερνητική πολιτική αποτελεί την χαρακτηριστικότερη έκφανση αυτού που ο Νίτσε αποκαλεί «ηθική των δούλων». Ειδικότερα, αντιστρέφονται συνειδητά από την κυβερνητική προπαγάνδα όλα τα αρνητικά χαρακτηριστικά του ελληνικού κράτους και του πολιτικού σώματος, ώστε αμέσως μετά να παρουσιασθούν μακιγιαρισμένα ως αρετές. Ενδεικτική είναι η απόπειρα του Βαρουφάκη να μετασχηματίσει την απεχθή λιτότητα σε «λιτό βίο».
Στη λαϊκή μας παράδοση υπάρχει μια πολύ εύστοχη παροιμία: «όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια». Η παροιμία αυτή συνοψίζει τη νιτσεϊκή ηθική του δούλου. Ο εκάστοτε πονηρός, αφού δεν κατόρθωσε να επιτύχει όσα υποσχέθηκε και έθεσε ως στόχους, τα σταφύλια δηλαδή, τα μετονομάζει σε κρεμαστάρια, τα υποτιμά και τα απαξιώνει, διακηρύττοντας όμως ότι διαθέτει ηθικό πλεονέκτημα. Από την άλλη, όποιος κατορθώνει να απολαύσει τα σταφύλια που όλοι επεδίωξαν, θεωρείται ότι είναι ηθικά ελλειμματικός. Τελικά, στην Ελλάδα διαθέτουμε μια νιτσεϊκή κυβέρνηση, η οποία προσπαθεί να πείσει τους πολίτες ότι η αδυναμία αποτελεσματικής πολιτικής παρέμβασης της χώρας μας στα διεθνή fora και η εθνική μας περιθωριοποίηση δεν έχουν σημασία, αφού διαθέτουμε το ηθικό πλεονέκτημα. Μάλλον είχε δίκιο ο Χέγκελ όταν παρατηρούσε ότι οι αδύναμοι πολιτικά αρέσκονται να παρηγορούνται με ηθικές αρχές, πιστεύοντας ότι τοιουτοτρόπως υψώνονται πάνω από τον αντίπαλό τους, ο οποίος την ίδια στιγμή διαθέτει πολιτική δύναμη και καθορίζει τις ζωές τους. Ο αδύναμος, από τη στιγμή που δεν μπορεί να αντέξει και να αντεπεξέλθει στην πραγματικότητα, αρέσκεται στην κατασκευή μιας φανταστικής σφαίρας, εντός της οποίας αποδίδει στον εαυτό του φαντασιακή και όχι πραγματική υπεροχή.
Το γεγονός μάλιστα ότι η ελλαδική Αριστερά αγκάλιασε ένθερμα τις δηλώσεις Χάμπερμας για την αναξιοπρεπή στάση της Γερμανίας έναντι της ελληνικής κυβέρνησης επιβεβαιώνει περαιτέρω τη σύγχυση. Ο Χάμπερμας επιμένει να αναλύει την κρίση σε επίπεδο δεοντολογικό, στο τι θα έπρεπε να συμβαίνει, παραβλέποντας συνειδητά την συντελεσμένη υλική πραγματικότητα, το τι συμβαίνει στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Το φυσιολογικό και αναμενόμενο από έναν αριστερό πολιτικό θα ήταν να πράξει το ακριβώς αντίστροφο από αυτό που επέλεξε ο Χάμπερμας. Να βασιστεί στην ιστορική-περιγραφική προσέγγιση, στην εμπειρική πραγματικότητα, και όχι στην δεοντοκρατία, στο τι θα έπρεπε να συμβαίνει. Θα ήταν αναμενόμενο να έχουν μεγαλύτερη αξία και χρησιμότητα για έναν αριστερό οι αναλύσεις του Κονδύλη και όχι εκείνες του Χάμπερμας, παρότι στην Ελλάδα τον Κονδύλη τον έχει αγκαλιάσει εσχάτως η φιλελεύθερη πτέρυγα. Μύλος!
Η σύγχυση που μάς διακατέχει δεν προοιωνίζεται αίσια εξέλιξη. Χρειάζεται να καθαρίσουμε το κεφάλι μας και να διαχωρίσουμε το επίπεδο της πρακτικής πολιτικής από εκείνο της πολιτικής και ηθικής θεωρίας. Στην πρακτική πολιτική η εμμονή σε αφηρημένα σχήματα και ιδεαλιστικές αγκυλώσεις συνήθως έχει τραγικά αποτελέσματα. Ο Μακιαβέλι έχει εύστοχα παρατηρήσει: ««Πολλοί έχουν φανταστεί πολιτείες και κράτη που ποτέ δεν υπήρξαν στην πραγματικότητα· γιατί το πώς ζούμε απέχει τόσο από το πώς θα έπρεπε να ζούμε, ώστε αυτός που παραβλέπει αυτό που γίνεται για αυτό που θα έπρεπε να γίνεται, προετοιμάζει την καταστροφή του και όχι τη σωτηρία του».


Πηγή: huffingtonpost.gr

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2015

Λογοτεχνικός Δαρβινισμός (9). Μετα-μεταμοντερνιστικές προοπτικές. Ταμπέλα νο 1: αλτερ-μοντερνισμός

Ξεκινάμε τη διερεύνηση των ταμπελών με τις οποίες οι άνθρωποι προσπαθούν να δώσουν όνομα (και νόημα;) στο ιστορικό παρόν.

Πρώτη ταμπέλα ο αλτερ-μοντερνισμός (altermodern), τον οποίο εισηγήθηκε ο Ν Bourriad (ΝΒ), Γάλλος θεωρητικός της τέχνης και του πολιτισμού.

Ήδη από το 1998 ο ΝΒ, βασισμένος στις εμπειρίες που είχε ως επιμελητής του μουσείου μοντέρνας τέχνης του Μπορντό, έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Relational Aesthetics» (Σχεσιακή Αισθητική, ας πούμε), όπου μας εξηγεί τι έχει στο μυαλό του και βάζει τις βάσεις για τον αλτερ-μοντερνισμό:

Η Σχεσιακή Αισθητική είναι ένα σύνολο καλλιτεχνικών πρακτικών που έχουν θεωρητικό και πρακτικό σημείο εκκίνησης το σύνολο των ανθρώπινων σχέσεων και του κοινωνικού τους πλαισίου κι όχι τον ανεξάρτητο και ιδιωτικό χώρο.

10 χρόνια αργότερα, γίνεται πιο συγκεκριμένος:

Σε έναν κόσμο που καταγράφει τόσο γρήγορα όσο παράγει η τέχνη δεν απαθανατίζει πια, αλλά μαστορεύει και διευθετεί, ρίχνοντας φύρδην-μίγδην πάνω στο τραπέζι τα προϊόντα που καταναλώνει. Εκατομμύρια ανθρώπων φωτογραφίζουν, συλλέγουν και επεξεργάζονται εικόνες με τη βοήθεια προγραμμάτων που είναι διαθέσιμα στον καθένα. Μόνο που αυτοί παγώνουν τις αναμνήσεις, ενώ αντιθέτως ο καλλιτέχνης θέτει σε κίνηση τα σημεία […] Δεν υπάρχει αυτό που λέμε λευκή σελίδα, παρθένος καμβάς ή υλικό προς επεξεργασία παρά μόνο μια προϋπάρχουσα κατάσταση χάους μέσα στην οποία οφείλουν να δημιουργήσουν
Ο ΝΒ έχει στήσει και μια ιστοσελίδα από την οποία προπαγανδίζει τις ιδέες του. Μια συνέντευξη του NB στο Βήμα εδώ.

Προσωπικά δεν μου φάνηκαν ιδιαίτερες πρωτότυπες οι ιδέες του ΝΒ αν και είναι συγκινητική η προσπάθειά του να κατανοήσει την εμπειρία της παγκοσμιοποίησης. Tα πράγματα αυτά έχουν ήδη γίνει στον κινηματογράφο και στις σειρές της τηλεόρασης και η εφαρμογή τους στις καλές τέχνες δεν νομίζω να πουν κάτι παραπάνω (άσε που η περιορισμένη διείσδυση των καλών τεχνών στις λαϊκές μάζες, περιορίζει και την όποια δύναμή τους). Πάντως, εντύπωση μου έκανε η θέση που στην όλη φάση κρατάει για τον επιμελητή τέχνης, δηλ, για τον εαυτό του: αγγίζει τα όρια της αυθεντίας.

Όσον αφορά τη λογοτεχνία ή, καλύτερα, την αφήγηση, η «νεοαφηγηματικότητα» που προτείνεται δεν μοιάζει και τόσο νέα: όλα είναι κόλπα του μοντερνισμού (Έλιοτ, Ντος Πασσοςμ Τζόις) και εν μέρει του μεταμοντερνισμού (Μπόρχες, Πύντσον, Ναμπόκοφ) για να μείνουμε στα μεγάλα ονόματα.
Επομένως, η ταμπέλα αλτερ-μοντερνισμός απορρίπτεται.
Μια προσπάθεια της αλτερ-μοντερνιστικής τέχνης είναι το Εκπαιδευτικό Κεφάλαιο (The Instructional Capital) του Μώρη (εδώ και εδώ)
 
Σύμφωνα με τον (επιμελητή τέχνης) Χριστόφορο Μαρίνο στο άρθρο του «Ο καλλιτέχνης σημειοναύτης και η λευκή ιστοσελίδα», ο Μώρης :

«[…] ναυσιπλοώντας στον διαρκώς ευμετάβλητο, πληθωρικό και κατεξοχήν διασκορπισμένο άτλαντα του διαδικτύου […] χρησιμοποιεί διάφορες πλευρές της ανθρώπινης δραστηριότητας για να περιγράψει έναν νέο εξαϋλωμένο (σ.σ.: ουάου) υλισμό. […]Η ομότιτλη έκδοση του The Instructional Capital volume II είναι μια συρραφή κειμένων που ο καλλιτέχνης έχει αλιεύσει αποκλειστικά από ηλεκτρονικές εκδόσεις, στην πλειοψηφία τους ξεχασμένες, εναλλακτικές ή λιγότερο δημοφιλείς. Καλύπτοντας ένα ευρύ χρονικό φάσμα, από τους αρχαίους χρόνους και τον Μεσαίωνα ως τη σύγχρονη εποχή, τα κείμενα αυτά αποτελούν παράλληλα και τα κλειδιά ερμηνείας των εκτιθέμενων έργων. Ένα ολόκληρο κεφάλαιο για τα «Textiles» του William Morris, οι οδηγίες χρήσης για την τεχνική της «μεταστροφής» (détournement) δια χειρός Guy Debord και Gil Wolman, ένα απόσπασμα από την «Ανακάλυψη των Μαγισσών» του Matthew Hopkins, σελίδες από το αλχημιστικό έργο του 15ου αιώνα The Donum Dei, ρωμαϊκές συνταγές μαγειρικής παρμένες από τη συλλογή του Apicius αλλά και οδηγίες κατασκευής φορητών επίπλων, εξαιρετικά διαδεδομένες στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1950, είναι μερικά από τα κείμενα που συνθέτουν τον αποκωδικοποιητή της έκθεσης του Μώρη. Όπως είναι φυσικό, δεν είναι απαραίτητο να μελετήσει κανείς όλα αυτά τα κείμενα για να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι ο καλλιτέχνης επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στη μαστορική, στην αντίληψη της σχέσης συνείδησης-πραγματικού, με τον τρόπο που την αντιλαμβάνεται ο συγγραφέας της Άγριας σκέψης, Claude Lévi-Strauss. Ωστόσο, αν το έργο ή η «έκθεση-ως-έργο» τού Μώρη επιβάλει ένα μοντέλο ερμηνείας βασισμένο στην Άγρια σκέψη και συγκεκριμένα στην τεχνική του bricolage, τότε η κριτική του θεώρηση οφείλει να έχει έναν πολυδιάστατο χαρακτήρα, να συνδυάζει δηλαδή ένα πλήθος κριτικών αναπτυγμάτων και θεωριών. Στη σχέση του καλλιτέχνη με την πραγματικότητα, την οποία ο Bourriaud αποδίδει ως «μια συσσώρευση μεταβατικών επιφανειών και μορφών που είναι εν δυνάμει κινητές», διακυβεύονται εξίσου καίρια ζητήματα, όπως είναι η δυνατότητα επανασύνδεσης με τις ουτοπικές αφηγήσεις. Χαρακτηριστική ένδειξη της επιθυμίας του Μώρη να συλλάβει αυτή την «ξεριζωμένη» πραγματικότητα είναι και η χρήση της στατιστικής ως εργαλείο έρευνας».


Και η ζωή συνεχίζεται….

 

Κυριακή 16 Αυγούστου 2015

Λογοτεχνικός Δαρβινισμός (8). Μετά τον μεταμοντερνισμό: μετα-μεταμοντερνιστικές προοπτικές

Πριν ακόμη εκδηλωθεί η τελευταία κρίση του συστήματος (2006), ο Alan Kirby (ΑΚ), με άρθρο του στο Philosophy Now, δήλωνε πως το Μεταμοντέρνο (Μμ) μαγαζί είχε φάει τα ψωμιά του. To άρθρο δημιούργησε θόρυβο αφού αμφισβητούσε την επί χρόνια αγαπημένη των ανθρωπιστικών σπουδών.

O ΑΚ δεν πρωτοτυπούσε. Ήδη από το 1990 ο John Frow ρωτούσε «Τι ήταν ο μεταμοντερνισμός;» και το 2002, μια από τις ιέρειες της θρησκείας, η  Linda Hutcheon, στον επίλογο της αναθεωρημένης έκδοσης του ιερού κειμένου (The Politics of Postmodernism) ομολογούσε ότι «το μεταμοντέρνο μπορεί να θεωρηθεί ως ένα φαινόμενο του 20ου αιώνα, δηλ., ένα πράγμα του παρελθόντος […] Η μεταμοντέρνα στιγμή πέθανε έστω κι αν οι διερευνητικές στρατηγικές της και η ιδεολογική κριτική της συνέχιζαν να ζουν, όπως άλλωστε κι αυτές του μοντερνισμού, στον 21ο αιώνα […] Ο μεταμοντερνισμός χρειάζεται μια καινούργια ταμπέλα και τελειώνω προκαλώντας τους αναγνώστες να βρουν μια και να την κατονομάσουν».

Ένα χρόνο αργότερα, μια άλλη εμβληματική μορφή του κινήματος, o Ihab Hassan, συγγραφέας του «Toward a Concept of Postmodernism», προσπαθούσε να ανοίξει νέους ορίζοντες για το κίνημα στο «Beyond postmodernism: toward an aesthetic of trust».

To 2009 έγινε ένα συνέδριο στη Στουτγάρδη με τίτλο «Writing History after Postmodernism» και θεματολογία πάνω στις μεθόδους υπέρβασης των αβεβαιοτήτων της μετα-μεταμοντερνιστικής ακαδημαϊκής κοινότητας ενώ ο κοινωνιολόγος Mike Featherstone υποστηρίζει ότι ήδη από το 1975 μια εφημερίδα ανακοίνωνε το θάνατο του Μμ και τον μετα-μεταμοντερνισμό που γεννιόταν από τις στάχτες του (Mike Featherstone, Consumer Culture and Postmodernism, 2007).

Το 1975!!!! 4 χρόνια πριν ο Λυοτάρ δημοσιεύει το μανιφέστο του Μμ (Η μεταμοντέρνα κατάσταση, Γνώση 1988), 6 χρόνια πριν ο Ζαν Μποντριγιάρ μας αποκαλύψει τα ομοιώματα (simulacra) και την προσομοίωση (simulation) εντός της οποίας ζούμε και εμπνεύσει το Matrix και 9 χρόνια πριν ο Fredric Jameson μιλήσει για το μεταμοντέρνο ως την πολιτισμική λογική του ύστερου καπιταλισμού (Το μεταμοντέρνο, Ή η πολιτισμική λογική του ύστερου καπιταλισμού, Νεφέλη 1999), ο Μμ είχε κηρυχτεί νεκρός.

Το 2010 ο κριτικός λογοτεχνίας Josh Toth (JT) έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «The Passing of Postmodernism: A Spectroanalysis of the Contemporary» στο οποίο προσπαθούσε να απαντήσει σε δυο ερωτήματα:

1. Έχει τελικά «πεθάνει» ο μεταμοντερνισμός;
2. Αν ναι, τι είναι ή τι μπορεί να είναι αυτό που προέκυψε;

Στο 1ο ερώτημα ο JT έχει διπλή απάντηση: και καταφατική και αρνητική. Ο Μμ, ως κυρίαρχο στυλ ειρωνείας και οικειοποίησης, έχει πεθάνει. Αλλά ως τρόπος κριτικής κατανόησης όχι. Και, εδώ, ο JT αρχίζει τα κόλπα: δεν έχει πεθάνει ως τρόπος κριτικής κατανόησης γιατί ποτέ δεν υπήρξε κάτι τέτοιο. Και, βασιζόμενος πάνω σ’ αυτή τη θέση και στις οδηγίες του Ντεριντά για την φασματικότητα (βλ. εδώ)  απαντά στο δεύτερο ερώτημα: αυτό που προκύπτει είναι το φάντασμα του Μμ.

Πέραν από τα παραπάνω δεν πρέπει να ξεχνάμε αυτούς που πάντα έβλεπαν τον Μμ ως μια μπούρδα (T Eagleton,  N Chomsky, A Sokal, J Bricmont - οι δυο αυτοί είναι που έγραψαν το απολαυστικό Intellectual Impostureseher (1997), το οποίο δυστυχώς έμεινε αμετάφραστο στα ελληνικά παρά τις αντίθετες δηλώσεις - τώρα, 20 κοντά χρόνια, δεν έχει και τόσο σημασία).

 Πάντως, η προτροπή της  Linda Hutcheon για μια νέα ταμπέλα εισακούστηκε. Έκαναν την εμφάνισή τους θεωρίες που μιλάνε για «αλλαγή παραδείγματος» και καινούργιους πολιτισμικούς κυρίαρχους. Που βλέπουν τον κόσμο να κινείται με μια διαφορετική λογική. Που δέχονται το θάνατο του Μμ και ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν το όνομα του διαδόχου.

Οι θεωρίες αυτές ποικίλουν από πιο συγκρατημένες ακαδημαϊκές (Κριτικός Ρεαλισμός) και καλλιτεχνικές (νέος αισθητισμός) μετα-μεταμοντερνιστικές προσεγγίσεις μέχρι πιο γενικευτικές (ή φευγάτες για ορισμένους).

Οι πιο βασικές από τις δεύτερες είναι:
ο αλτερ-μοντερνισμός (Altermodern) από τον Ν Bourriad
η υπερ-μοντερνικότητα (Hypermodernity) του G Lipovetsky
ο περφορματισμός (Performatism) του R Eshelman
η αυτο-μοντερνικότητα (automodernity) του R Samuel
ο ψηφιομοντερνισμός (Digimodernism) του AK με τον οποίο ξεκινήσαμε την ιστορία και
ο διαμοντερνισμός (metamodernism) των T Vermeulen και R van den Akker [το διαμοντερνισμός το επιλέγω αφού το meta που βάζουν οι T Vermeulen και R van den Akker αναφέρεται στο μεταξύ του Πλάτωνα όπως εκφράζεται από την Διοτίμα στο Συμπόσιο όταν αυτή απαντά στο Σωκράτη τι είναι ο έρωτας: «Δαίμων μέγας, ώ Σώκρατες· και γαρ παν το δαιμόνιον μεταξύ εστι θεού τε και θνητού»]

Θα δούμε όλες τις ταμπέλες εν καιρώ...