Ήταν στα δύσκολα χρόνια της Μεγάλης Ύφεσης, το 1934, που γεννήθηκε. Γονιός και νονός μαζί o νεαρός οικονομολόγος Simon Kuznets, ο οποίος, 12 χρόνια πριν, με το τέλος του εμφυλίου πολέμου, είχε φύγει από τη Ρωσία για να βρει τον πατέρα του που είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ πριν τον 1ο παγκόσμιο πόλεμο
Τότε, η αμερικανική κυβέρνηση έσκαγε από την αγωνία της να βρει ένα ποσοτικό δείκτη που να έδειχνε αν, κι αν ναι πώς, η οικονομία ανέκαμπτε. Το όνομα του μωρού ήταν ΑΕΠ και η δουλειά που θα έκανε το μωρό ήταν να συμπυκνώνει σε έναν απλό αριθμό όλες τις δαπάνες για αγαθά και υπηρεσίες. Στους καλούς καιρούς ο αριθμός θα ανέβαινε και σε άσχημους καιρούς θα κατέβαινε.
Λίγα χρόνια μετά, ο 2ος πόλεμος θα σφράγιζε για τα καλά τη σχέση αμερικανικής κυβέρνησης και ΑΕΠ. Η ύπαρξη λεπτομερών στατιστικών πάνω στα δυνατά και τα αδύνατα σημεία της οικονομίας έδωσε τη δυνατότητα στην αμερικανική κυβέρνηση να υπερβεί τους αντιπάλους της στην παραγωγή πολεμικού υλικού. Και ακόμη περισσότερο, επέτρεψε τη μετατροπή μιας κοινωνικής οικονομίας σε πολεμική μηχανή χωρίς να επηρεαστεί η εσωτερική κατανάλωση. Και αυτό έδωσε τη δυνατότητα στην κυβέρνηση των ΗΠΑ να τρέχει μια οικονομία πολέμου που δημιουργεί έσοδα (αποφεύγοντας τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η οικονομία πολέμου των ναζί) αλλά και να θέσει τις βάσεις για την καταναλωτική φρενίτιδα που ακολούθησε τον πόλεμο.
Αλλά το ΑΕΠ, εκτός από αριθμός, ήταν και ένα πανίσχυρο εργαλείο προπαγάνδας. Σε όλη τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα, το ΑΕΠ ήταν ο αριθμός που πολεμούσε τη Σοβιετική Ένωση (Σ.Ε.) στο επίπεδο της οικονομικής απόδοσης. Η Σ.Ε. παρήγαγε μια διαφορετική στατιστική που βασιζόταν μόνο στη βιομηχανική παραγωγή και οι δυο αριθμοί έπρεπε να συγκριθούν και ερμηνευτούν έτσι ώστε να δείξουν τη δυναμικότερη οικονομία. Αυτό οδήγησε σε έναν πόλεμο στατιστικής που τελείωσε μόνο με την πτώση της Σ.Ε.
Από τότε και στη συνέχεια, το ΑΕΠ κατίσχυσε στην παγκόσμια σκηνή: οι χώρες αξιολογούνται και κατατάσσονται με βάση αυτόν τον αριθμό και ο μαθηματικός φορμαλισμός του κατευθύνει τις πολιτικές ανάπτυξης σε όλον τον κόσμο.
Αν και φαινομενικά ουδέτερο, το ΑΕΠ έφτασε να είναι, ουσιαστικά, ένα κοινωνικό μοντέλο με επιρροή που υπερβαίνει τα όρια της οικονομίας και διαχέεται στο πολιτικό και το πολιτιστικό επίπεδο (αν υποθέσουμε ότι το οικονομικό διαχωρίζεται κατά κάποιον τρόπο από το πολιτικό και το πολιτιστικό). Στο πλαίσιο αυτό, ηθικές αρχές όπως η δικαιοσύνη και η αναδιανομή, δοκιμάζονται απέναντι στους υπολογισμούς για το ΑΕΠ. Το γνωρίζουμε, άριστα πλέον, στη μνημονιακή Ελλάδα, όπου το πολιτικό προσωπικό υπόσχεται πολιτική αλλά πράττει σύμφωνα με τις υποδείξεις του ΑΕΠ, περιορίζοντας την πολιτική μόνο στην εξυπηρέτηση των εκάστοτε πελατών.
Το ΑΕΠ παρήγαγε έναν νέο ανθρωπολογικό τύπο: τον άνθρωπο που υπάρχει μόνο στον βαθμό που εργάζεται και ξοδεύει. Τον άνθρωπο που μισεί την καθαρή σχόλη, τη σχόλη που δεν είναι διατιμημένη και εμπορευματοποιημένη. Ο άνθρωπος ΑΕΠ θεωρεί το χρόνο που περνάς με την οικογένεια ή την τοπική κοινότητα χαμένο. Μισεί το φτιάξιμο/επιδιόρθωση παλιότερων πραγμάτων και λατρεύει την αγορά νέων. Τόσο το φυσικό όσο και το δομημένο περιβάλλον εντός των οποίων δραστηριοποιείται ο άνθρωπος ΑΕΠ, ακολουθούν το μοντέλο του ΑΕΠ.
Εν τέλει, το ΑΕΠ διαμόρφωσε την αντίληψη και κατανόηση από μέρους μας της έννοιας της αξίας. Η αρχή της οικονομικής ανάπτυξης δεν είναι τίποτε άλλο από αύξηση του ΑΕΠ: αυτό για το οποίο μοχθούμε δεν είναι μια θαμπή ιδέα για το «καλώς ζην» αλλά μια αύξηση των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών που προσμετρώνται στο ΑΕΠ.
Το πρόβλημα με το ΑΕΠ είναι ότι δεν είναι ένα πραγματικό μέτρο αλλά «σημαντικός» δείκτης. Δε λαμβάνει υπόψη του την υποτίμηση των πόρων που χρησιμοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία όπως και την υποτίμηση των φυσικών πόρων αφού αυτοί παρέχονται τζάμπα από τη φύση. Δε λαμβάνει υπόψη του ούτε το κόστος ρύπανσης ούτε την περιβαλλοντική υποβάθμιση, όπως, επίσης, δε λαμβάνει υπόψη του την όποια συναλλαγή ή εργασία γίνεται εκτός αγοράς. Οι δουλειές του σπιτιού και γενικότερα η οικογενειακή φροντίδα για παράδειγμα: έχουν εξαιρετική οικονομική σημασία και επίδραση αλλά σπανίως είναι διατιμημένες. Αν οι κυβερνήσεις πλήρωναν για τις αναρίθμητες δουλειές που γίνονται μέσα στο σπίτι (π.χ., ανατροφή παιδιών, φροντίδα ηλικιωμένων), η σκέψη πάνω στην ανάπτυξη θα ήταν πιθανότατα διαφορετική.
(συνεχίζεται)
Τότε, η αμερικανική κυβέρνηση έσκαγε από την αγωνία της να βρει ένα ποσοτικό δείκτη που να έδειχνε αν, κι αν ναι πώς, η οικονομία ανέκαμπτε. Το όνομα του μωρού ήταν ΑΕΠ και η δουλειά που θα έκανε το μωρό ήταν να συμπυκνώνει σε έναν απλό αριθμό όλες τις δαπάνες για αγαθά και υπηρεσίες. Στους καλούς καιρούς ο αριθμός θα ανέβαινε και σε άσχημους καιρούς θα κατέβαινε.
Λίγα χρόνια μετά, ο 2ος πόλεμος θα σφράγιζε για τα καλά τη σχέση αμερικανικής κυβέρνησης και ΑΕΠ. Η ύπαρξη λεπτομερών στατιστικών πάνω στα δυνατά και τα αδύνατα σημεία της οικονομίας έδωσε τη δυνατότητα στην αμερικανική κυβέρνηση να υπερβεί τους αντιπάλους της στην παραγωγή πολεμικού υλικού. Και ακόμη περισσότερο, επέτρεψε τη μετατροπή μιας κοινωνικής οικονομίας σε πολεμική μηχανή χωρίς να επηρεαστεί η εσωτερική κατανάλωση. Και αυτό έδωσε τη δυνατότητα στην κυβέρνηση των ΗΠΑ να τρέχει μια οικονομία πολέμου που δημιουργεί έσοδα (αποφεύγοντας τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η οικονομία πολέμου των ναζί) αλλά και να θέσει τις βάσεις για την καταναλωτική φρενίτιδα που ακολούθησε τον πόλεμο.
Αλλά το ΑΕΠ, εκτός από αριθμός, ήταν και ένα πανίσχυρο εργαλείο προπαγάνδας. Σε όλη τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα, το ΑΕΠ ήταν ο αριθμός που πολεμούσε τη Σοβιετική Ένωση (Σ.Ε.) στο επίπεδο της οικονομικής απόδοσης. Η Σ.Ε. παρήγαγε μια διαφορετική στατιστική που βασιζόταν μόνο στη βιομηχανική παραγωγή και οι δυο αριθμοί έπρεπε να συγκριθούν και ερμηνευτούν έτσι ώστε να δείξουν τη δυναμικότερη οικονομία. Αυτό οδήγησε σε έναν πόλεμο στατιστικής που τελείωσε μόνο με την πτώση της Σ.Ε.
Από τότε και στη συνέχεια, το ΑΕΠ κατίσχυσε στην παγκόσμια σκηνή: οι χώρες αξιολογούνται και κατατάσσονται με βάση αυτόν τον αριθμό και ο μαθηματικός φορμαλισμός του κατευθύνει τις πολιτικές ανάπτυξης σε όλον τον κόσμο.
Αν και φαινομενικά ουδέτερο, το ΑΕΠ έφτασε να είναι, ουσιαστικά, ένα κοινωνικό μοντέλο με επιρροή που υπερβαίνει τα όρια της οικονομίας και διαχέεται στο πολιτικό και το πολιτιστικό επίπεδο (αν υποθέσουμε ότι το οικονομικό διαχωρίζεται κατά κάποιον τρόπο από το πολιτικό και το πολιτιστικό). Στο πλαίσιο αυτό, ηθικές αρχές όπως η δικαιοσύνη και η αναδιανομή, δοκιμάζονται απέναντι στους υπολογισμούς για το ΑΕΠ. Το γνωρίζουμε, άριστα πλέον, στη μνημονιακή Ελλάδα, όπου το πολιτικό προσωπικό υπόσχεται πολιτική αλλά πράττει σύμφωνα με τις υποδείξεις του ΑΕΠ, περιορίζοντας την πολιτική μόνο στην εξυπηρέτηση των εκάστοτε πελατών.
Το ΑΕΠ παρήγαγε έναν νέο ανθρωπολογικό τύπο: τον άνθρωπο που υπάρχει μόνο στον βαθμό που εργάζεται και ξοδεύει. Τον άνθρωπο που μισεί την καθαρή σχόλη, τη σχόλη που δεν είναι διατιμημένη και εμπορευματοποιημένη. Ο άνθρωπος ΑΕΠ θεωρεί το χρόνο που περνάς με την οικογένεια ή την τοπική κοινότητα χαμένο. Μισεί το φτιάξιμο/επιδιόρθωση παλιότερων πραγμάτων και λατρεύει την αγορά νέων. Τόσο το φυσικό όσο και το δομημένο περιβάλλον εντός των οποίων δραστηριοποιείται ο άνθρωπος ΑΕΠ, ακολουθούν το μοντέλο του ΑΕΠ.
Εν τέλει, το ΑΕΠ διαμόρφωσε την αντίληψη και κατανόηση από μέρους μας της έννοιας της αξίας. Η αρχή της οικονομικής ανάπτυξης δεν είναι τίποτε άλλο από αύξηση του ΑΕΠ: αυτό για το οποίο μοχθούμε δεν είναι μια θαμπή ιδέα για το «καλώς ζην» αλλά μια αύξηση των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών που προσμετρώνται στο ΑΕΠ.
Το πρόβλημα με το ΑΕΠ είναι ότι δεν είναι ένα πραγματικό μέτρο αλλά «σημαντικός» δείκτης. Δε λαμβάνει υπόψη του την υποτίμηση των πόρων που χρησιμοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία όπως και την υποτίμηση των φυσικών πόρων αφού αυτοί παρέχονται τζάμπα από τη φύση. Δε λαμβάνει υπόψη του ούτε το κόστος ρύπανσης ούτε την περιβαλλοντική υποβάθμιση, όπως, επίσης, δε λαμβάνει υπόψη του την όποια συναλλαγή ή εργασία γίνεται εκτός αγοράς. Οι δουλειές του σπιτιού και γενικότερα η οικογενειακή φροντίδα για παράδειγμα: έχουν εξαιρετική οικονομική σημασία και επίδραση αλλά σπανίως είναι διατιμημένες. Αν οι κυβερνήσεις πλήρωναν για τις αναρίθμητες δουλειές που γίνονται μέσα στο σπίτι (π.χ., ανατροφή παιδιών, φροντίδα ηλικιωμένων), η σκέψη πάνω στην ανάπτυξη θα ήταν πιθανότατα διαφορετική.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου