Από τις φονικές φωτιές του 2007 στην Πελοπόννησο, που άφησαν πίσω τους δεκάδες νεκρούς και κατεστραμμένες κοινότητες, στις πλημμύρες της Μάνδρας το 2017 με 24 θύματα, και από το Μάτι το 2018, όπου η τραγωδία πήρε διαστάσεις εθνικού σοκ, έως τις επαναλαμβανόμενες θερινές πυρκαγιές και τις καταρρακτώδεις βροχές των τελευταίων ετών, η Ελλάδα του 21ου αιώνα γνώρισε μια αλυσίδα φυσικών – και συχνά ανθρωπογενών – καταστροφών. Κοινός παρονομαστής: ο ελλιπής σχεδιασμός, η προχειρότητα στην πρόληψη, η εμπορευματοποίηση της γης και η υποβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών. Και η απληστία για περισσότερα κέρδη-το βασικό συστατικό του καπιταλισμού.
Αναρωτιέμαι πόσοι και πόσες, αν το καλοσκεφτούν, θα πιστέψουν ότι ένας/μία πολιτικός θα έδινε –έστω και ένα– φράγκο για φωτιές, πλημμύρες και καταστροφές, αν δεν υπήρχαν εκλογές. Στην πράξη, η πολιτική βούληση ενεργοποιείται όταν η αδράνεια απειλεί να διαβρώσει την εικόνα και να κοστίσει ψήφους. Η λεγόμενη «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» δομείται πάνω στην υπόσχεση ότι οι εκλεγμένοι υπηρετούν τη λαϊκή βούληση, αλλά η δομή της εξασφαλίζει πως η πραγματική εξουσία μένει στα χέρια εκείνων που ελέγχουν την οικονομία.
Στην ουσία, πρόκειται για ένα σύστημα «εκλόγιμης απολυταρχίας»: οι πολίτες επικυρώνουν ανά τετραετία μια συγκεντρωμένη εξουσία επαγγελματιών πολιτικών, ενώ τα ΜΜΕ – ελεγχόμενα ή επηρεασμένα από τα ίδια οικονομικά συμφέροντα – διαμορφώνουν τα όρια του δημόσιου λόγου. Η πολιτική και η οικονομική εξουσία δεν είναι απλώς διαπλεκόμενες· είναι οργανικά ενωμένες. Με λόμπινγκ, χρηματοδότηση κομμάτων, εναλλαγές στελεχών μεταξύ κυβέρνησης και επιχειρήσεων, οι μεγάλοι όμιλοι καθορίζουν πολιτικές.
Όταν χτυπήσει μια καταστροφή, η πρώτη μέριμνα είναι η διαχείριση του πολιτικού κόστους: εξαγγελίες «αποζημιώσεων», φωτογραφίες σε καμένα τοπία, δηλώσεις ευαισθησίας. Οι πραγματικές αιτίες – ανεξέλεγκτη δόμηση, επενδυτικά σχέδια σε φυσικές περιοχές, αποδυνάμωση της πολιτικής προστασίας – μένουν ανέγγιχτες. Η έννοια της «λαϊκής εντολής» μετατρέπεται σε λευκή επιταγή: κυβερνήσεις εφαρμόζουν πολιτικές που δεν είχαν εξαγγελθεί και συχνά έρχονται σε αντίθεση με τη βούληση της πλειοψηφίας. Έτσι, η αντιπροσώπευση γίνεται κηδεμονία και η κυριαρχία του λαού περιορίζεται σε μια τελετουργία κάθε τέσσερα χρόνια.
Στις φυσικές καταστροφές αυτός ο μηχανισμός παράγει έναν επαναλαμβανόμενο κύκλο:
1. Υποχρηματοδότηση πρόληψης και προστασίας.
2. Επανάληψη τραγωδιών.
3. Πολιτική πελατεία μέσω αποζημιώσεων.
4. Καμία δομική αλλαγή.
Η «ελευθερία» σε αυτό το πλαίσιο ισχύει κυρίως για τους κατόχους κεφαλαίου και για όσους έχουν πρόσβαση στους μηχανισμούς λήψης αποφάσεων. Η πλειοψηφία των πολιτών, εξαρτημένη από την εργασία για την επιβίωση, περιορίζεται στην επιλογή ποιος θα τη διοικεί, χωρίς ουσιαστική δυνατότητα καθορισμού των όρων.
Η κατανόηση αυτού του μηχανισμού δεν οδηγεί στη μοιρολατρία, αλλά στην ανάγκη ριζικής αλλαγής: άμεση, συμμετοχική δημοκρατία, κοινωνικός έλεγχος της παραγωγής και του πλούτου, προτεραιότητα στην προστασία του συλλογικού αγαθού έναντι του ιδιωτικού κέρδους. Χωρίς αυτήν την αλλαγή, οι εκλογές θα συνεχίσουν να είναι θέατρο, οι πολιτικοί θα φωτογραφίζονται σε πλημμυρισμένα χωριά, και η ίδια οικονομική αριστοκρατία θα γράφει το σενάριο πίσω από τις κουρτίνες, ενώ η φωτιά και το νερό θα επιστρέφουν κάθε τόσο σαν επαναλαμβανόμενος εφιάλτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου