Κατά την τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα (ή πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, κατά Hobsbawm) και μετά από μια εικοσαετία περιφρόνησης στην καλύτερη περίπτωση και τελικής απόφασης ότι αυτός είναι νεκρός στη χειρότερη (βλ. π.χ., το Requiem for Marx, Yuri N. Maltsev, που εξέδωσε το προπύργιο της αντίδρασης και του σκοταδισμού που φοράει ρόμπα με μάρκα την ελευθερία Ludwig von Mises Institute, το 1993), ο Μαρξ έκανε ξανά την εμφάνισή του στις σελίδες του αστικού τύπου.
Οι λόγοι για την περιφρόνηση αυτή ήταν αρκετοί:
1. Τα σοσιαλιστικά κράτη είχαν αποτύχει να αποτελέσουν ένα εναλλακτικό πρότυπο κοινωνικής οργάνωσης απέναντι στην φιλελεύθερη και την απολυταρχική αντιπροσωπευτική αστική δημοκρατία
2. Ο γάμος της σοσιαλδημοκρατίας με την ελεύθερη αγορά και η αποκήρυξη κάθε σοσιαλιστικής πολιτικής ιδέας και αξίας
3. Η ιδεολογική ηγεμονία της δεξιάς και η υιοθέτηση της πολιτικής της σε παγκόσμιο επίπεδο (η λεγόμενη U turn – στροφή – του Μιττεράν το 1984, για παράδειγμα)
4. Μετατόπιση του ενδιαφέροντος της έρευνας σε θέματα που η μαρξιστική σχολή δεν είχε αναπτύξει επαρκώς – πολιτισμός, κατανάλωση, ταυτότητα, νέες μορφές γνώσης, συστήματα πληροφορικής κ.λπ. Οι μεταμοντέρνοι στοχαστές επέμεναν για την πολυπλοκότητα/διαφορετικότητα του κόσμου, έναν κόσμο γεμάτο πολιτισμικές διαχύσεις, αποστάξεις, απορροφήσεις, κ.λπ., έναν κόσμο που κανένα θεωρητικό σχέδιο δεν μπορεί κατανοήσει πλήρως και να δείξει τα κατάλληλα μονοπάτια που πρέπει να ακολουθήσουν οι άνθρωποι/κοινωνίες. Υπό αυτήν την προοπτική, οι βασικές ιδέες του Μαρξ, δλδ, η υλιστική αντίληψη της ιστορίας και η διαλεκτική μεθοδολογία, ετίθεντο σε ευθεία αμφισβήτηση.
5. Η «χαλάρωση» που υπέστη η συνεκτικότητα τού μαρξικού θεωρητικού σώματος από την ανακάλυψη παλιότερων χειρογράφων του Μαρξ που υπέδειξαν αντιφάσεις και αποκλίσεις από το μετέπειτα έργο, γεγονός που έκανε ορισμένους να μιλάνε για «Δύο Μαρξισμούς» . Το χειρότερο: πέρα από τη σημασία που είχαν οι νέες μαρξιστικές θεωρήσεις, αυτό που έμενε σαν χειροπιαστό αποτέλεσμα ήταν ένα αυξανόμενο χάσμα μεταξύ θεωρίας και πράξης και μια έντονη αίσθηση εκλεκτικισμού.
Το έναυσμα για αλλαγή του γενικότερου αντιμαρξιστικού και αντιμαρξικού κλίματος, που είχαν δημιουργήσει με τη διακήρυξη του τέλους των «μεγάλων αφηγήσεων» οι μεταμοντερνιστές θεωρητικοί, δόθηκε με την έκδοση των «Φαντασμάτων του Μαρξ» (1993) του Ζ. Ντεριντά (Εκκρεμές 2000).
Βιβλίο από το οποίο δεν μπορεί να βγει κάποιο ουσιαστικό συμπέρασμα, αφού ο γάλλος φιλόσοφος γράφει στο γνωστό του ύφος ένα κείμενο που μοιάζει με συνειδησιακό χείμαρρο, ένα δοκιμιακό αισθητικό λαβύρινθο γεμάτο απόκρημνες παρεκβάσεις με επιτηδευμένους τίτλους (π.χ., «Εμφάνιση του αφανούς: η φαινομενική «ταχυδακτυλουργία»), επιχειρώντας μια ‘’φασματολογική/εμμονολογική’’ ανάγνωση του Μαρξ μέσω Σαίξπηρ (Αμλετ, σάπιο βασίλειο, φαντάσματα) που φαίνεται τελικά να καταλήγει σε μια μεταφυσική / μυστικιστική αποτίμηση της δύναμης του μαρξικού λόγου. Κάτι σαν το ‘’ράβδος εν γωνία, άρα βρέχει.’’
Αν αφήσουμε κατά μέρος τον σκοτεινό Γάλλο αποδομιστή και περάσουμε στους πραγματιστικούς New York Times, θα δούμε ότι ενώ στην πρώτη δεκαετία μετά την κατάρρευση του σοσιαλιστικού μπλοκ είχε μόλις 10 άρθρα σχετικά με τον Μαρξ, στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα αυξήθηκαν στα 16, στη δεύτερη εκτοξεύτηκαν στα 39), ενώ στα πρώτα χρόνια της τρίτης δεκαετίας, έχουμε ήδη 7 άρθρα. Η ναυαρχίδα του καπιταλισμού, ξεπέρασε και τον Ριζοσπάστη. (βλ. εδώ )
Και φέτος ήρθε ο Spiegel, θέτοντας το ερώτημα του αν ο Μαρξ είχε δίκιο. Ερώτημα που είχε απαντήσει ήδη καταφατικά ο Τέρι Ίγκλετον στο ‘’Γιατι ο Μαρξ είχε δίκιο’’ (Πατάκης 2012). Ο Τέρι ήταν βιαστικός και δεν κάλυψε με επάρκεια τα θέματά του, δίνοντας την ευκαιρία σε πολλούς να ψιλοκαγχάσουν. Μεταξύ αυτών κι η συγγραφέας, ιστορικός του πολιτισμού και ψαγμένη απολογήτρια του αμερικανικού ιμπεριαλισμού Σώτη Τριανταφύλλου (βλ εδώ)
Με αυτή την ευκαιρία, είπα να ξεφυλλίσω ξανά το ‘’Κεφάλαιο’’. Όπου, τ.3, σελ. 118 ελληνική έκδοση, Συγχρονη Εποχή, 1998), μας λέει:
‘’H κεφαλαιοκρατική παραγωγή, όταν εξετάζεται απομονωμένη από τη διεργασία της κυκλοφορίας και τις υπερβολές του ανταγωνισμού, χειρίζεται με εξαιρετική φειδώ την πραγματοποιημένη και υλοποιημένη σε εμπορεύματα εργασία. Αντίθετα, σπαταλά, περισσότερο από κάθε άλλον τρόπο παραγωγής, τους ανθρώπους και τη ζωντανή εργασία, όχι μόνο τη σάρκα και το αίμα, αλλά και τα νεύρα και το μυαλό. Πράγματι, μέσα από την πιο υπερβολική σπατάλη της ατομικής ανάπτυξης, διασφαλίζεται και διατηρείται η ανάπτυξη του ανθρώπινου είδους στην ιστορική εποχή που προηγείται της συνειδητής αναδιοργάνωσης της κοινωνίας. Κι αφού όλη αυτή η οικονομία, για την οποία γίνεται εδώ λόγος, πηγάζει από τον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας, στην πραγματικότητα είναι αυτός ακριβώς ο άμεσα κοινωνικός χαρακτήρας της εργασίας που προκαλεί την κατασπατάληση της ζωής και της υγείας των εργαζόμενων.’’
Άραγε είχε δίκιο ή όχι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου