Με την εξελισσόμενη κρίση δημόσιου χρέους,
και το φάσμα της αποπαγκοσμιοποίησης να απλώνεται,
ο κομματικός-κρατικός καπιταλισμός στην Κίνα εντείνεται.
Όπως εντείνεται η Κλιματική αλλαγή
και αυξάνεται η απώλεια βιοποικιλότητας.
Οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Και ενώ γίνονται όλα αυτά,
ένα ενεργειακό δίλημμα βαραίνει την Ευρώπη:
Πόλεμος και πράσινη μετάβαση
«Ποίηση» γεγονότων κοπιαρισμένη από τα πιο πολυδιαβασμένα άρθρα της ‘’σύγχρονης ιστορίας’’
- Σε ένα από τα πιο σημαντικά άρθρα του 21ου αιώνα (Barnosky, A. D., et al. (2012). Approaching a state shift in Earth’s biosphere. Nature 486), οι συγγραφείς εκτιμούν ότι οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας ανέρχονται σήμερα στο 150% της φέρουσας ικανότητας του οικοσυστήματός μας. Κι ότι αν αυτό συνεχιστεί, το αποτέλεσμα θα είναι η καταστροφή του ανθρώπινου οικοσυστήματος, που θα οδηγήσει στην εξαφάνιση του είδους μας σε λίγους αιώνες από τώρα.
- Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι το οικοσύστημα από το οποίο εξαρτάται η ανθρώπινη ζωή είναι ένα πολύπλοκο σύστημα. Χαρακτηριστικό των συστημάτων αυτών ότι η ζημία μπορεί να γίνει μη αναστρέψιμη πολύ πριν εκδηλωθούν οι χειρότερες επιπτώσεις. Οι Barnosky κι οι συνεργάτες του, εκτιμούν ότι μπορεί να έχουμε μόνο 10-20 χρόνια μπροστά μας για να αντιστρέψουμε τα πράγματα. Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί- το αντίθετο μάλιστα, η ανάπτυξη δεν μειώνεται ούτε καν σταθεροποιείται, αλλά συνεχίζεται - και εξακολουθεί να αποτελεί διαχρονικό στόχο των κυβερνήσεων σε όλο τον κόσμο.
- Τα συνέδρια για την κλιματική αλλαγή (ήδη 27, αρχής γενομένης από το 1995), παρά τη σχετική προσοχή που λαμβάνουν από τα μέσα ενημέρωσης, δεν είναι ικανά να ασκήσουν πραγματική διακυβέρνηση. Κι ο λόγος είναι ότι οι διαπραγματεύσεις για την άσκηση κλιματικής πολιτικής είναι ερμητικά διαχωρισμένες από τις διεθνείς διαπραγματεύσεις για το εμπόριο και την κυκλοφορία αγαθών, οι οποίες κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση επιδιώκοντας την προώθηση της άνευ όρων ανάπτυξης. Το δράμα των συνεδρίων αυτών θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στο: θέτουν τη Γη ως αντικείμενο διακυβέρνησης στα χέρια μας, ενώ ταυτόχρονα δείχνουν την αδυναμία μας να δράσουμε
- Η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή του 2022 (COP27), που πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο στο Σαρμ ελ Σέιχ της Αιγύπτου, αποτέλεσε μια σημαντική δοκιμασία. Ακόμη και πριν από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και την αύξηση της έντασης μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας για την Ταϊβάν, αρκετές μεγάλες χώρες (κυρίως η Ινδία και η Κίνα) είχαν αρνηθεί να δεσμευτούν σαφώς για τη σταδιακή κατάργηση του άνθρακα. Λίγα πράγματα επιτεύχθηκαν στην COP27 από αυτή την άποψη. Το "σχέδιο εφαρμογής του Σαρμ ελ Σέιχ" απέκλεισε κάθε αναφορά στον περιορισμό της χρήσης ορυκτών καυσίμων και παρείχε ελάχιστες ενδείξεις ότι οι χώρες εννοούσαν σοβαρά την κλιμάκωση των προσπαθειών για τη μείωση των εκπομπών.
- Η Ευρώπη σαν προμήτωρ και σοφή γριά του σύγχρονου κυρίαρχου παραγωγικού, και ως εκ τουτου αναπόδραστα καταναλωτικού, πολιτισμού, είναι η πιο ευαίσθητη κοινότητα εθνών απέναντι στην κλιματική αλλαγή και συστηματικη αναγνώστρια κειμένων σαν κι αυτό του Barnosky. Αλλά τώρα, η επί μακρόν ηγέτης στις διαπραγματεύσεις για το κλίμα, πρέπει να προωθήσει τον σκοπό αυτό διεθνώς, ενώ αυξάνει τη δική της εξάρτηση από τον άνθρακα, έστω και προσωρινά.
- Η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία στις 24 /02/2022 και τα γεγονότα που ακολούθησαν μετέτρεψαν την ευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση σε μια ευρύτερη, διαρθρωτική οικονομική κρίση. Όπως το έθεσε ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς, ο πόλεμος σηματοδότησε μια κοσμοϊστορική καμπή (Zeitenwende). Μαζί με την ένταση μεταξύ ΗΠΑ / Κίνας, ο πόλεμος επιδείνωσε τις αυξήσεις των τιμών των πρώτων υλών και τις διαταραχές των εφοδιαστικών αλυσίδων, παράγοντες που ήδη ήταν σε λειτουργία από τους προηγούμενους μήνες λόγω της πανδημίας
- Κι ενώ η ΕΕ προσπαθεί να μειώσει την εξάρτησή της από τις ρωσικές ενεργειακές προμήθειες, η κλιματική κρίση περιόρισε την εγχώρια παραγωγή ενέργειας σε πολλά μέρη της Ευρώπης. Μετά από έναν χειμώνα με λιγοστές βροχοπτώσεις και πρόωρο λιώσιμο του χιονιού την άνοιξη, πολλά ευρωπαϊκά ποτάμια στέρεψαν μερικώς ή πλήρως το καλοκαίρι του 2022. Η ξηρασία ήταν ιδιαίτερα σοβαρή στην Ιβηρική χερσόνησο, τη Γαλλία, τη βόρεια Ιταλία και τη Γερμανία. Φέτος τα πράγματα,πιθανόν θα είναι χειρότερα.
- Δεν επηρεάστηκε μόνο η παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας- η ξηρασία και οι υψηλές θερμοκρασίες του νερού απείλησαν και την κανονική λειτουργία των πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και εμπόδισαν ακόμη και τη μεταφορά άνθρακα στις ευρωπαϊκές πλωτές οδούς, ιδίως στον Ρήνο. Στα τέλη του καλοκαιριού, σχεδόν οι μισοί πυρηνικοί αντιδραστήρες της Γαλλίας ήταν εκτός λειτουργίας για συντήρηση. Η Γαλλία άρχισε να αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια από τη γειτονική Γερμανία, η οποία με τη σειρά της αύξησε την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με βάση τον άνθρακα λόγω της έλλειψης φυσικού αερίου και της σταδιακής διακοπής λειτουργίας των εγχώριων πυρηνικών εργοστασίων.
- Η αύξηση της κατανάλωσης άνθρακα αποτέλεσε πλήγμα για την κλιματική πολιτική, δεδομένου ότι οι εκπομπές που συνδέονται με την καύση άνθρακα είναι υψηλότερες σε σύγκριση με το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο. Ουσιαστικά, η εστίαση της ΕΕ στη διαχείριση της γεωπολιτικής και οικονομικής κρίσης το 2022 οδήγησε στον de facto αποπροσανατολισμό της ατζέντας για το κλίμα. Θα φανεί αν αυτό είναι απλώς ένα βραχυπρόθεσμο γεγονός ή μια μακροπρόθεσμη τάση.
- Η αντίδραση προς το παρόν είναι ευελιξία και προσαρμοστικότητα στις συνθήκες που επέβαλε ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση. Οι Βρυξέλλες προσπάθησαν να μετατρέψουν την κατάσταση σε ευκαιρία για την επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης και σχεδίασαν το πρότζεκτ REPowerEU, με στόχο την απεξάρτηση από ρωσικούς υδρογονάνθρακες έως το 2030.
- Η ιστορία θα δείξει αν ο χρόνος αυτός είναι επαρκής. Όπως και νά ‘χει, μέχρι την απεξάρτηση και την επίλυση της ενεργειακής κρίσης, η ΕΕ θα πρέπει να αντιμετωπίσει μια κατάσταση όπου η ακριβή ενέργεια θα γίνει η νέα κανονικότητα και τα μέτρα εξοικονόμησης και αποδοτικότητας δεν θα αποτελούν πλέον επιλογή αλλά απόλυτη ανάγκη.
- Μέχρι στιγμής, έχει επικρατήσει ένας ικανοποιητικός βαθμός αλληλεγγύης εντός της ΕΕ, καθώς τα κράτη μέλη έχουν ενωθεί για να αντιμετωπίσουν έναν κοινό αντίπαλο - τη Ρωσία. Αλλά αυτή η ενότητα παραμένει εύθραυστη. Αν ο πόλεμος κρατήσει χρόνια, το κοινωνικό κόστος που θα πληρώσει η Ευρώπη θα είναι υψηλό, ιδίως οι φτωχότεροι πολίτες. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και τα θεσμικά όργανα θα πρέπει να κάνουν δύσκολες επιλογές, συμπεριλαμβανομένων σημαντικών δημοσιονομικών προσαρμογών. Οι τελευταίες, εκ της υπάρχουσας πολιτικής συνθήκης, θα θίξουν τους λαούς και τους πολλούς.
- Οι δυνατότητες αντίδρασης αυτών είναι στο κοινοβούλιο και στους δρόμους. Τί θα πράξουν;